Τα Rafale ενόχλησαν
Οι συντονισμένες επιθέσεις κατά της Ελλάδας το τελευταίο χρονικό διάστημα από Τούρκους υπουργούς και αξιωματούχους, προδίδουν τη νευρικότητα που τους διακατέχει λόγω του εξοπλιστικού προγράμματος της πατρίδας μας. Τους ενόχλησε αφάνταστα γιατί εκτιμούν πως έτσι αλλάζουν οι ισορροπίες στον αέρα και στη συνέχεια και στη θάλασσα.
Τα Rafale είναι ένα υπερόπλο καθώς στον τομέα της ηλεκτρονικής σάρωσης ανιχνεύει 40 ταυτοχρόνως στόχους στα 200 χλμ. και πλήττει οκτώ από αυτούς, που αξιολογεί ως τους πιο επικίνδυνους, σε ένα άνοιγμα άνω των 100 χλμ. Χωρίς να υπεισέλθω σε άλλες τεχνικές λεπτομέρειες, όπως συστήματα αυτοπροστασίας, επισημαίνω μόνον πως τα βλήματα που φέρουν, έχουν βεληνεκές περίπου 150 χλμ. Αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης πως με τα Rafale εξουδετερώνεται το πρόβλημα των αποστάσεων σε ζωτικούς εθνικά χώρους.
Δικαιολογημένα λοιπόν ανησυχούν οι εξ ανατολών γείτονες μας, αν συνυπολογίσουμε και την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η αεροπορία τους εξαιτίας των διώξεων.
Ως γνωστόν, λόγω των μνημονίων, αλλά και λόγω της ύφεσης που παρουσίασαν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις στα πρώτα χρόνια του Ερντογάν -όταν υπήρχε ακόμα ζωντανή η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας- η Ελλάδα αμέλησε τον εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων. Σήμερα, καλείται να αναπληρώσει το χαμένο έδαφος.
Προσπαθώντας οι τουρκικές ελίτ να αποτρέψουν την περαιτέρω αμυντική θωράκιση της πατρίδας μας προβάλλουν επιτακτικά το αίτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του α. Αιγαίου. Έστειλαν υπόμνημα στον ΟΗΕ και με νομικές ακροβασίες επιχειρούν να συνδέσουν την ελληνική κυριαρχία με τον αφοπλισμό αυτών των νησιών. Το ερώτημα είναι μέχρι ποιου σημείου θα κλιμακώσουν τις πιέσεις τους στο συγκεκριμένο θέμα. Ως γνωστόν οι τουρκικές ελίτ όταν θέτουν ένα ζήτημα επενδύουν σε αυτό σε βάθος δεκαετιών. Στην προκειμένη περίπτωση όμως επείγονται, γιατί ο εξοπλισμός των νησιών ακυρώνει τους σχεδιασμούς τους. Αδυνατούν να δημιουργήσουν ανέξοδα ένα τετελεσμένο που θα οδηγήσει την Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων υπό δυσμενείς όρους. Συγχρόνως, η ενισχυμένη άμυνα των νησιών δίνει στην πατρίδα μας τα περιθώρια να αντισταθεί σε πιέσεις και απειλές.
Να υπενθυμίσω στον αναγνώστη πως στον Αττίλα Β’ το 1974, η κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν απέστειλε στρατό στην Κύπρο γιατί, πέραν των άλλων λόγων, φοβόταν και για την ασφάλεια αυτών των νησιών που ήταν ουσιαστικά απροστάτευτα.
Εννοείται πως οι εξοπλισμοί δεν αρκούν, αλλά απαιτείται και η πολιτική βούληση για να χρησιμοποιηθούν αυτά τα όπλα, αν παραστεί ανάγκη. Καλό είναι το δόγμα της αποτροπής, αλλά ενίοτε από κακή εκτίμηση της άλλης πλευράς δε λειτουργεί. Η αποτροπή δε σημαίνει και εφησυχασμό. Απεναντίας.
Το 2022 θα είναι μια περίεργη χρονιά για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και μεγάλο ρόλο θα παίξει στην εξέλιξη τους η προσπάθεια της Τουρκίας του Ερντογάν να επαναπροσεγγίσει τις ΗΠΑ του Τζο Μπάιντεν καθώς και την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Διόλου εύκολη υπόθεση γιατί υπάρχει μεταξύ της Τουρκίας και αυτών των τριών κρατών μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση των προβλημάτων της Ανατολικής Μεσογείου.
Η εξωτερική πολιτική της πατρίδας μας έχει ακόμα να επιλύσει καίρια ζητήματα, όμως η πολιτική των εξοπλισμών και των συνεργασιών της προσφέρει μεγαλύτερη άνεση και σιγουριά στις κινήσεις της.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23 Ιανουαρίου 2022