Το δίλημμα του Μητσοτάκη
Για τέταρτη φορά ανεβαίνει στη Θεσσαλονίκη ως πρωθυπουργός ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Αν εξαιρέσουμε τον Σεπτέμβριο του 2019 που η περίοδος χάριτος ακόμη δεν είχε ακόμη τελειώσει, όλες τις άλλες φορές η πίεση ήταν παρούσα. Το 2020 με την πανδημία, το 2021 με τις πυρκαγιές.
Ο φετινός Σεπτέμβριος είναι σίγουρα ο πιο δύσκολος για τον πρωθυπουργό. Οι παρακολουθήσεις έπιασαν την κυβέρνηση μάλλον απροετοίμαστη και αναδιαμόρφωσαν το πολιτικό σκηνικό. Δημιουργώντας ένα γενικό κλίμα αδιεξόδου. Είχε μεσολαβήσει η νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη στις εκλογές του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, μία νίκη που δημιούργησε ένα σχετικό ρεύμα για το πάλαι ποτέ ισχυρό κόμμα. Για να κρατηθεί αυτό το ρεύμα ο Ανδρουλάκης εγκαινίασε την πολιτική των ίσων αποστάσεων. Ούτε με τη ΝΔ ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν η γραμμή του. Κατά πολλούς λογική και αναμενόμενη. Κανείς δεν περίμενε από έναν νεοεκλεγμένο πολιτικό αρχηγό να αποκαλύψει προεκλογικά τα μετεκλογικά του χαρτιά.
Κάπου εκεί ήρθε το θέμα των παρακολουθήσεων του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη και απομάκρυνε ακόμη περισσότερο το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ από τη ΝΔ. Ακόμη και ο πολιτικά συμπαθών του στιλ διακυβέρνησης του Μητσοτάκη, Ευάγγελος Βενιζέλος, πήρε μεγάλες αποστάσεις και ξεκίνησε ένα κλεφτοπόλεμο με την κυβέρνηση. Με αυτά και με αυτά φτάσαμε στη φετινή 86η ΔΕΘ, σε μία προεκλογική διοργάνωση, όπου τα μετεκλογικά σενάρια δείχνουν να είναι απόλυτα ρευστά. Η πρωτιά της ΝΔ -όσο και αν θέλουν κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ να μην την βλέπουν -αυτή τη στιγμή δεν αμφισβητείται. Το αν θα είναι πρώτη και στις εκλογές που όπως όλα δείχνουν θα διεξαχθούν το πρώτο εξάμηνο του 2023 δεν μπορεί να ειπωθεί με απόλυτη σιγουριά. Γιατί προηγείται ο χειμώνας που πολλοί προβλέπουν ότι θα είναι πολύ δύσκολος.
Θα είναι όμως δύσκολος; Το ερωτώ αυτό γιατί συχνά σε αυτή τη χώρα όταν περιμένουμε κάτι που θα δημιουργήσει προβλήματα και ριχνόμαστε στη μάχη προετοιμασμένοι τα πηγαίνουμε καλά. Θυμάμαι την αλλαγή στο ευρώ, όπου όλοι θεωρούσαν ότι θα έφερνε το απόλυτο μπλακ άουτ και τελικά δε συνέβη απολύτως τίποτα. Τώρα όλοι επικαλούνται τις δυσοίωνες προοπτικές και προβλέπουν δυσκολίες και μαύρα σύννεφα. Θα είναι έτσι άραγε; Για να δούμε.
Έτσι προέκυψε και το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου. Κυβέρνηση συνεργασίας δεν φαίνεται να προκύπτει, καθώς το 38% για το πρώτο κόμμα είναι κομμάτι δύσκολο να επιτευχθεί. Οπότε για να μην έχουμε ακυβερνησία προτείνεται η αλλαγή του εκλογικού νόμου, έτσι ώστε να δίνεται η δυνατότητα στο πρώτο κόμμα και με μικρότερο ποσοστό να μπορεί να κυβερνήσει αυτοδύναμα. Έχει μία λογική η σκέψη. Πάσχει όμως από αυτό για το οποίο μιλούσε συνέχεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε όλη τη διάρκεια της θητείας του. Ότι η ΝΔ δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ: άλλα να λέει σήμερα και άλλα να τα αλλάζει αύριο. Και το γεγονός ότι άλλαξαν οι συνθήκες δεν αποτελεί πειστική απάντηση.
Φυσικά στην πολιτική όλα ζυγίζονται. Ή θα χάσεις ποσοστά από την αξιοπιστία σου, αλλά θα κυβερνήσεις σε μία δύσκολη στιγμή ή θα παραμείνεις απόλυτα θεσμικός, αλλά θα κινδυνέψει η χώρα. Αυτό είναι το δίλημμα…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10-11.09.2022