Τόσα δίνω, πόσα θες…
Μια παραδοσιακή ένδειξη ότι η χώρα βαδίζει προς εκλογές είναι οι περίφημες προεκλογικές παροχές. Γράφω «παραδοσιακή», γιατί έχει ενσωματωθεί στη νοοτροπία των πολιτικών αλλά και των πολιτών με τρόπο που πλέον δεν ξενίζουν κανέναν εξαγγελίες για προσλήψεις στο δημόσιο, αυξήσεις επιδομάτων, φοροελαφρύνσεις κτλ.
Αξίζει νομίζω να δούμε τι ακριβώς σημαίνει αυτή η παραδοχή.
Εγώ που κυβερνώ χρειάζομαι την ψήφο σου, για να παραμείνω στην εξουσία. Επειδή όμως δυσκολεύεσαι να καταλάβεις πόσο σημαντικό έργο έχει γίνει και πόσο ακόμη πιο σημαντικό θα γίνει την επόμενη τετραετία, θα σε βοηθήσω να το καταλάβεις με δώρα.
Έτσι μυστικά ή φανερά, συνειδητά ή υποσυνείδητα, έχει συμφωνηθεί μια συναλλαγή ανάμεσα στους κυβερνώντες και στους ψηφοφόρους.
Μου δίνεις, σου δίνω.
Να μην ξεχάσουμε και την αντίδραση της εκάστοτε αντιπολίτευσης, η οποία βέβαια έκανε ακριβώς τα ίδια όταν ήταν κυβέρνηση. Εξαπολύει μύδρους για τις παροχές, καταγγέλλοντας πολλές φορές τη μικρή αξία των δώρων που προσφέρονται στους ψηφοφόρους σε ένα παιχνίδι πλειοδοσίας, που μοιάζει περισσότερο με ποντάρισμα σε πλειστηριασμό παρά με πολιτική επιχειρηματολογία.
Αυτά με τους πολιτικούς.
Είναι προφανές ωστόσο ότι ο λαϊκισμός, του οποίου έκφραση είναι και αυτό το αλισβερίσι, είναι ένας χορός. Και όπως λένε αγγλιστί it takes two to tango, όντως χρειάζονται δύο, για να χορέψεις ταγκό.
Ο «παρτενέρ» των πολιτικών σε αυτόν το χορό είναι όλοι όσοι ψηφίζουν με αυτό το σκεπτικό. Όλοι όσοι είναι διατεθειμένοι να βάλουν σε δεύτερη μοίρα τα πεπραγμένα της κυβέρνησης, αρκεί να πάρουν κάτι.
Όσοι ξεχνούν, «ξεχνούν» ή δεν νοιάζονται για τις προεκλογικές υποσχέσεις που έγιναν καπνός, όσοι δεν ενδιαφέρονται για την πορεία της παιδείας, της υγείας και της οικονομίας της χώρας και είναι έτοιμοι να δώσουν συγχωροχάρτι σε κάθε μικρό ή μεγάλο ψέμα, σε κάθε ακύρωση προσδοκιών, σε κάθε διάψευση ελπίδας έναντι ενός «κοινωνικού» μερίσματος ή μιας μονιμοποίησης στο δημόσιο.
Για κάποιο λόγο, αυτό το επαναλαμβανόμενο εδώ και δεκαετίες σκηνικό μού θυμίζει το στίχο που λέει «Τόσα δίνω, πόσα θες, στα Λαδάδικα πουλάν αυτό που θες».
Αυτό βέβαια είναι ζεϊμπέκικο. Και το ζεϊμπέκικο το χορεύει ο καθένας μόνος του.
ΥΓ: Πότε θα τελειώσει αυτό και πότε θα κάνει η χώρα το άλμα στο μέλλον, θα σας το πω όταν μου πείτε πότε οι Έλληνες θα τιμωρήσουμε τους εκφραστές της χυδαίας αυτής συναλλαγής.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 5-6 Ιανουαρίου 2019