Χαζογελώντας, επιστρέφουμε στο 2010
Υπάρχει η εντύπωση ότι η Συμφωνία των Πρεσπών θα στοιχίσει στον ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιοι επιμένουν ότι στη Βόρεια Ελλάδα το ποσοστό του θα είναι μονοψήφιο. Τίποτε απ’ αυτά δεν προκύπτει από τις δημοσκοπήσεις. Ούτε καν από τη λογική.
Η προοπτική συμφωνίας πρωτοεμφανίστηκε τον Ιανουάριο 2018, προκάλεσε θυελλώδεις συζητήσεις, συλλαλητήρια, ανακατατάξεις στο πολιτικό σκηνικό, αλλά η διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων παραμένει σταθερή όπως διαμορφώθηκε πριν από δύο χρόνια -περίπου στο 10%. Πράγμα που σημαίνει ότι ακόμη και εάν κάποιοι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ διαφωνούν με τις Πρέσπες, δεν τις θεωρούν κριτήριο ψήφου.
Οι εκλογές θα κριθούν από το αν κόπηκε το ΕΚΑΣ ή εάν διορίστηκε ο γιος στη ΔΕΗ με οκτάμηνη σύμβαση, σίγουρα όμως όχι από τη χειραψία Κοτζιά - Ντιμιτρόφ. Εάν, μάλιστα, ένα μέρος ψηφοφόρων έχει πεισθεί ή υποπτευθεί ότι χάρη στη Συμφωνία των Πρεσπών δεν έγιναν οι περικοπές στις συντάξεις, τότε θα αποδειχθεί και αβανταδόρικη για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό ήταν το ρίσκο που ανέλαβε ο Μητσοτάκης όταν κατήγγειλε (Βουλή, 11-12-2018) ότι η κυβέρνηση «αντάλλαξε τη Μακεδονία με τις συντάξεις». Όχι να του τραβήξει το αυτί η Μέρκελ, αλλά να στείλει κόσμο απέναντι. Προφανώς είναι πολύ αισιόδοξος για το κοινό στο οποίο απευθύνεται.
Ό,τι και αν πιστεύει κανείς για το επωφελές ή μη της Συμφωνίας για τη χώρα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ και με όρους ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε το τέλειο deal. H κυβερνητική πλειοψηφία θα ήταν αρραγής. Οι βουλευτές που έφευγαν από το ΠΑΣΟΚ, επειδή δεν ήθελαν να ψηφίσουν μνημόνια, στον ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο ψηφίζουν μνημόνια, αλλά αν τους το ζητούσε το κόμμα, θα μπορούσαν να τραγουδήσουν τη Habanera από την Κάρμεν, στην πλατεία Αριστοτέλους.
Δεν έχουν αίσθηση της γελοιότητας, όλα τα σφάζουν, όλα τα μαχαιρώνουν. Οι οπαδοί από τον πυρήνα του 3% θεωρούσαν ούτως ή άλλως ότι η Ελλάδα καταπιέζει τη «Μακεδονία» στο ζήτημα το ονόματος. Οι υπόλοιποι, που προέρχονται από το προσοδοθηρικό ΠΑΣΟΚ, δεν ενδιαφέρονται. Κι αν χρειαζόταν κάτι περισσότερο, θα έμπαιναν στο γήπεδο οι γνωστές ταξιαρχίες της «διανόησης» και του «πνεύματος».
Την ίδια ώρα, η ψήφιση της Συμφωνίας εξασφαλίζει την ευαρέσκεια Αμερικανών και Γερμανών. Ακόμη και Νόμπελ Ειρήνης μπορεί να προκύψει, γιατί εκείνοι που έβαλαν στο τραπέζι τη Συμφωνία και είπαν σε Τσίπρα και Ζάεφ «υπογράψτε εδώ» έχουν και τη δύναμη και το κίνητρο να δείξουν ότι η υπακοή ανταμείβεται.
Η αναμφισβήτητη απώλεια της χώρας από τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι ότι, προφανώς ως μέρος των ανταλλαγμάτων για τις Πρέσπες, οι δανειστές εγκατέλειψαν τις προσπάθειες για εκσυγχρονισμό του ελληνικού κράτους και εξυγίανση της οικονομίας. Είναι υποχρεωμένοι να το κάνουν; Όχι!
Αποτελεί υποχρέωση της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Επειδή όμως κανένας από τους δύο δεν το θέλει, και γι’ αυτό φτάσαμε ως εδώ, η πίεση των δανειστών ήταν η μόνη ελπίδα, προκειμένου να γίνουν δύο βήματα από τα πολλά που απαιτούνται, ώστε η Ελλάδα να μοιάσει με κανονική ευρωπαϊκή χώρα. Εδώ και έναν χρόνο, οι έλεγχοι έχουν μετατραπεί σε παιδική χαρά.
Οι συμβασιούχοι στο δημόσιο αυξάνονται, το μισθολογικό κόστος επίσης, τα κόκκινα δάνεια απειλούν τις τράπεζες με κατάρρευση, η αξιολόγηση εγκαταλείφθηκε, οι ιδιωτικοποιήσεις ξεχάστηκαν, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε. Επιστρέφουμε στο 2010, χαζογελώντας.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 27 Ιανουαρίου 2019