Δεξιάς και αριστεράς γωνία
Αν η αγριότητα της πολιτικής Ιστορίας της διχασμένης νεότερης Ελλάδας αιτιολογεί την οξεία αντιπαράθεση των κομμάτων στις πρώτες δεκαετίες της μεταπολίτευσης, εάν ο εκρηκτικός, όπως λένε, μεσογειακός τρόπος μας τροφοδότησε για καιρό χαρακτηρισμούς απαξίωσης «των άλλων», μετατρέποντας τους αντιπάλους σε εχθρούς, τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την κενότητα των λόγων των πολιτικών κομμάτων σήμερα. Κανείς δεν μπορεί να υποτιμήσει τις βασικές διαφορές που έχουν ή υποτίθεται ότι έχουν οι μεγάλες ομάδες των συσχετισμών που αυτοπροσδιορίζονται ως «δεξιά» και «αριστερά». Όπως κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τις δεξιές πολιτικές των αριστερών και τις αριστερές βουτιές της δεξιάς, διαχρονικά και σήμερα.
Οι αριστεροί αποδέχονται την ελεύθερη οικονομία, οι δεξιοί υφαρπάζουν το πλεονέκτημα των αριστερών δικαιωματιστών αλλά και τις περιβαλλοντικές ευαισθησίες. Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής έγινε κεντρική ιδέα των επενδύσεων του νέου καπιταλισμού, η ΝΔ παίρνει πρωτοβουλίες για την ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα. Χάθηκε λοιπόν η σημασία της πολιτικής; Πλησιάζουμε στο τέλος της Ιστορίας; Γίναμε όλοι ίδιοι; Προφανώς όχι. Απλά ο κόσμος άλλαξε. Οι κίνδυνοι περιθωριοποίησης μεγάλων τμημάτων πληθυσμού και στη χώρα μας και στον κόσμο όλον, ορίζονται διαφορετικά. Η ανάλυση που απαιτείται δεν μπορεί να εξαντλείται στην περιπτωσιολογία, στην επικαιρότητα και στις βεντέτες. Η ανθρωπότητα έχει προ πολλού εισέλθει στην εποχή της μηχανής και της γενετικής μηχανικής, με απεριόριστες δυνατότητες και αδιανόητους κινδύνους. Καθώς, μέχρι τώρα, άλλο καλύτερο πολίτευμα δεν έχουμε εφεύρει από την Δημοκρατία, το παιχνίδι της προσωπικής και συλλογικής μας αξιοπρέπειας και ευημερίας, παίζεται στη σύγχρονη ανάλυση, στις έξυπνες πολιτικές, στην παρακολούθηση των καλύτερων υποδειγμάτων που έχουν να δώσουν χώρες ανάλογου πληθυσμού, στην κατάθεση τεκμηριωμένων προτάσεων ανάπτυξης της Περιφέρειας, στον δημιουργικό έλεγχο της ασκούμενης πολιτικής.
Αλλά, εν μέσω κρίσης, δεν είναι δυνατόν να εξαντλούμαστε στην αναπαραγωγή της αντιπαράθεσης που αφορά στο εξοχικό του κ. Τσίπρα, την ποδηλατάδα του κ. Μητσοτάκη ή τα βαφτίσια του κ. Γεωργιάδη. Πρώτα απ' όλα ο καθένας ελέγχεται για την αυτοσυγκράτησή του. Ωραία η εικόνα του fit πρωθυπουργού αλλά κανείς δεν μπορεί να καταλάβει γιατί έπρεπε να φωτογραφηθεί με τους συναθλούμενους, όταν καθημερινά, βομβαρδιζόμαστε με μαθήματα «ατομικής ευθύνης». Για τα βαφτίσια δεν έχω λόγια. Γιατί ο υπουργός με το υψωμένο δάχτυλο έπρεπε να γίνει τώρα νονός, νομίζω ότι δεν υπάρχει απάντηση. Πέραν αυτών, η Ελλάδα πλέει σε αχαρτογράφητα νερά, με τρικυμίες απρόβλεπτες και εμείς, για άλλη μία φορά, αρνούμαστε να μετρήσουμε τους κινδύνους και να καταστρώσουμε σχέδιο της επόμενης μέρας. Ποια θα πρέπει να είναι η αγροτική παραγωγή, ποια η μεταποίηση, πως θα συγκρατηθεί η Περιφέρεια, ποια επαγγέλματα θα χαθούν, ποιος ο ρόλος της Παιδείας, πως θα ενισχυθεί η Δημοκρατία, πως θα αντιμετωπιστούν οι αυτοενισχυόμενοι μονόλογοι στο διαδίκτυο, ποια πρόσκληση επαναπατρισμού θα απευθύνουμε στους Έλληνες επιστήμονες, ποια Ελλάδα θέλουμε; Σε αυτούς και άλλους τόσους τομείς έχουμε υποχρέωση να καταθέσουμε τις αριστερές και τις δεξιές μας ιδέες, να ξιφομαχήσουμε, να αντιπαρατεθούμε με όποια οξύτητα επιλέξουμε. Για να διεγείρουμε και την επιθυμία συμμετοχής μιας Ελλάδας που σήμερα ορθώς απαξιώνει την πολιτική επικαιρότητα αλλά, δυστυχώς, μαζί με αυτήν και τη σημασία της Πολιτικής.
ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ, ΟΧΙ ΑΛΛΕΣ ΥΠΟΔΕΙΞΕΙΣ
Έχει γίνει πολύς λόγος για τον ρόλο της τηλεόρασης στην εποχή της πανδημίας. Ο εγκλεισμός, η ανάγκη ενημέρωσης για τις επίσημες ανακοινώσεις σε ζωντανή σύνδεση, οι συζητήσεις με πάσης φύσεως ειδικούς, έστρεψε ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού που δεν παρακολουθούσε τηλεοπτικές ειδήσεις, να έχει προγραμματίσει τη ζωή του με βάση τα τηλεοπτικά προγράμματα. Αυτό βέβαια επιφορτίζει με ευθύνες την τηλεόραση. Καθώς όλοι έχουν δυνατότητα παράλληλης αναζήτησης στο διαδίκτυο και έχουν αναπτύξει ανάλογη κρίση, δικαίως απαιτούν, συντροφιά με ό,τι ορίζεται ως «προπαγάνδα» και μια μεγαλύτερη εστίαση στα μεγάλα αναπάντητα ερωτηματικά. Δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να συνεχίζει τους εμβολιασμούς της Astra Zeneca, ενώ σχεδόν όλη η Ευρώπη να έχει σταματήσει και οι τηλεοπτικές ειδήσεις να το ξεπερνούν σιωπώντας ή αφιερώνοντας δύο διαπιστωτικές προτάσεις. Δεν γίνεται να βλέπουμε σε επανάληψη δεκάδες φορές μια γυναίκα που πρόβαρε ένα τζάκετ έξω από ένα κατάστημα και να μην υπάρχει ένα ρεπορτάζ για το πώς αισθάνονται όσοι εμβολιάστηκαν ή καλούνται να εμβολιαστούν με το συγκεκριμένο εμβόλιο. Αυτό βέβαια σχετίζεται με όλη την ενημέρωση για τους εμβολιασμούς από την αρχή της πανδημίας. Οι τηλεοράσεις, αντί να εμβαθύνουν τη δημοσιογραφική αναζήτηση σχετικά με τα εμβόλια, τη σημασία τους, την τεχνολογία τους, τα έκδοχα, τους κινδύνους, την τιμή τους, τροφοδότησαν την αντιπαράθεση μεταξύ υπερμάχων και εχθρών των εμβολίων, υποτιμώντας τη σημασία της καθαρής πληροφορίας, τα δικαιώματα των πολιτών στη διαφάνεια, τις λογικές απορίες, που, η πορεία της Astra, αποδεικνύει ότι δεν ήταν χωρίς λόγο. Αντί για ρήματα, όπως θα έλεγε και ο ποιητής, αναλωνόμαστε στα επίθετα. Έτσι χωριστήκαμε σε «ψεκασμένους» και ατρόμητους, συνωμοσιολόγους και εγκάθετους, με πλημμελή ενημέρωση, παρά τον πληθωρισμό των ειδικών. Δεν χρειάζεται να είσαι παλαιολιθικός και καχύποπτος για να υποθέσεις ότι το μέγεθος του οικονομικού παιγνίου είναι τεράστιο, ούτε συνωμοσιολόγος για να έχεις μνήμη σχετικά με τις αγορές των εκατομμυρίων εμβολίων μιας άλλης πανδημίας, που πετάχτηκαν στο καλάθι των αχρήστων. Ούτε να ανήκεις σε μία από τις δύο ακραίες κατηγορίες για να απαιτείς περισσότερη πληροφόρηση για τη διαχείριση των ευρωπαϊκών χρημάτων. Όποιος κοιτάξει λίγο περισσότερο στον παγκόσμιο τύπο θα βρει άρθρα για τις πιέσεις σε χώρες μεγάλου πληθυσμού να προτιμήσουν το ένα ή το άλλο εμβόλιο. Επανέρχομαι ωστόσο στον ρόλο της τηλεόρασης που η επιρροή της στην καθημερινότητά μας αυξήθηκε εντυπωσιακά. Για να τιμηθεί η κλασική δημοσιογραφία και να φωτιστούν και οι διαστάσεις της καινούργιας δημοσιογραφίας που εστιάζει στις τεχνολογικές εξελίξεις, τις καινούργιες προοπτικές αλλά και τους κινδύνους, η τηλεόραση έχει υποχρέωση διαφορετικής αντιμετώπισης της εξελισσόμενης πανδημίας. Λιγότερες υποδείξεις, περισσότερες αποδείξεις. Ακούει κανείς εκεί, στο λεκανοπέδιο των καναλιών;
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 21.03.2021