Ένας παλιομοδίτης τζέντλεμαν, σύμβολο μιας εποχής
Στην Αγγλία έχουν εξειδικευθεί στο να τιμούν με τον δικό τους τρόπο μια δημόσια φιγούρα που έφυγε από τη ζωή και που με το παράδειγμά της προσέφερε γενική συγκίνηση και αναγνώριση.
Θυμάμαι και πριν από σχεδόν τριάντα χρόνια, το 1994, το πένθος και την ιδιαίτερη αίσθηση της απώλειας που αναδύθηκε από την είδηση του θανάτου Σερ Αλεξάντερ Μάθιου «Ματ» Μπάσμπι του περίφημου σκωτσέζου προπονητή και ποδοσφαιριστή του οποίου το όνομα είναι διαχρονικά και άρρηκτα δεμένο με την ιστορία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Το ίδιο συνέβη αυτές τις ημέρες με μία άλλη ξεχωριστή προσωπικότητα του ίδιου κλαμπ, έναν αξιαγάπητο τζέντλεμαν που εδώ και δεκαετίες ανήκε όχι σε μία ομάδα ή σε έναν κλάδο αλλά σε ολόκληρο το έθνος και στο δημόσιο πιστεύω, ο οποίος άφησε τον κόσμο με την αίσθηση του τέλους εποχής.
Η περίπτωση του μυθικού Μπόμπι Τσάρλτον της Εθνικής Αγγλίας και της Μάντσεστερ Γιουνάϊτεντ που έφυγε σε ηλικία 86 ετών, είναι πραγματικά ξεχωριστή.
Το αποχαιρετιστήριο μήνυμα της διάσημης σε όλον τον κόσμο ομάδας του τα λέει όλα: «Οι λέξεις δεν θα είναι ποτέ αρκετές».
Είχε επιζήσει στα 21 του από το τρομερό πολύνεκρο αεροπορικό δυστύχημα που αφάνισε την τότε ομάδα, το 1958 στο Μόναχο.
Φόρεσε τη φανέλα των κόκκινων διαβόλων για 17 χρόνια, έπαιξε 758 παιχνίδια και σκόραρε 249 γκολ, πανηγυρίζοντας την κατάκτηση ενός Κυπέλλου Κυπελλούχων, τριών πρωταθλημάτων και ενός Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Κορυφαίος διεθνής και με την εθνική Αγγλίας, φόρεσε τη φανέλα της 106 φορές επιτυγχάνοντας και 49 γκολ.
Ο μεγαλύτερος αδερφός του Μπόμπι, ο Τζακ, έγινε επίσης ποδοσφαιριστής και, αν και δεν ήταν τόσο προικισμένος όσο ο μικρότερος αδερφός του, απόλαυσε μία εξαιρετική καριέρα ως σέντερ χαφ για τη Λιντς Γιουνάιτεντ και αργότερα ως επιτυχημένος προπονητής. Ο Τζακ και ο Μπόμπι ήταν συμπαίκτες στην Εθνικής Αγγλίας εκείνο το λαμπερό απόγευμα της 30ης Ιουλίου του 1966 που η ομάδα αυτή, με αρχηγό τον Μπόμπι Μουρ, έγινε παγκόσμια πρωταθλήτρια νικώντας στον τελικό του Γουέμπλεϊ την Γερμανία με 4-2.
Στη χώρα όπου παρά τους κατά καιρούς κλυδωνισμούς η μοναρχία βρίσκει μυστηριωδώς τρόπους να ξανατονώνεται, είναι αξιοθαύμαστο το πως το Μπάκινχαμ ξεχωρίζει και τιμά δίνοντάς τους τον τίτλο του ιππότη, όχι μόνον ανθρώπους που έχουν διακριθεί στην πολιτική, πνευματική και επιστημονική σφαίρα, αλλά και σε «ήρωες» όπως ηθοποιούς ποδοσφαιριστές, τραγουδιστές που είναι διασημότητες της λαϊκής κουλτούρας.
Ένα απλό εγγονός: Για τη Sue McGranaghan, η ιδιότητα του ήρωα στο πρόσωπο του Sir Bobby αφορούσε κάτι περισσότερο από το ποδόσφαιρο.
«Πριν από μερικά χρόνια», είπε, βρισκόμουν στο Μάντσεστερ σε έναν δικό μου κόσμο και μπήκα στο δρόμο, χωρίς να κοιτάξω αν έρχονταν αυτοκίνητα. Ένας κύριος δίπλα μου με τράβηξε προς τα πίσω, λέγοντας -«Ωχ, ωχ νεαρή κυρία, πρόσεχε».
Ήταν ο σερ Μπόμπι. Τον ευχαρίστησα και περάσαμε και οι δύο μαζί το δρόμο και συνεχίσαμε. Έχω πει συχνά χαριτολογώντας όλα αυτά τα χρόνια ότιο Sir Bobby μου έσωσε τη ζωή».
Στο τραγούδι που συγκίνησε τη γενιά των sixties τον καιρό που μεσουρανούσε ο Μπόμπι Τσάρλτον, το «Those were the days», ο στίχος μιλάει για τις μέρες που μας δόθηκαν και που ως νέοι κάποτε νομίζαμε πως δεν θα τελειώσουν. Τι χρήση κάνατε μέχρι τώρα στις μέρες που σας δόθηκαν;
Είναι περίεργο να σκέφτεσαι τι ακριβώς συμβαίνει με τις μέρες που μας δόθηκαν. Ο Τσάρλτον; με τραγικό τρόπο έμαθε πόσο πολύτιμο είναι αυτό το δώρο και το κράτησε όσο πήγε, με μνημειώδη σωφροσύνη.
Μετά την αεροπορική καταστροφή το 1958, ο Μπόμπι ένιωσε ξεκάθαρα ένα αίσθημα ευθύνης απέναντι στην ομάδα της Αγγλίας, στην οποία εντάχθηκε αμέσως μετά, όπως ακριβώς έκανε και στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Και οι δύο ξαναχτίστηκαν γύρω από τον Μπόμπι ως τον καλύτερο παίκτη τους.
Η τραγωδία στο Μόναχο είναι από τα πιο πασίγνωστα πικρά και πολύ μελετημένα μεγάλα κεφαλαία του αγγλικού ποδοσφαίρου.
Ο Τσάρλτον την ώρα του κακού εκτοξεύθηκε 40 μέτρα μακριά από το αεροπλάνο και για πολλή ώρα ήταν ακόμα δεμένος στη θέση του και μακριά από το φλεγόμενο ναυάγιο. Ξύπνησε υποφέροντας μόνο από σοκ και μικρά κοψίματα. Αργότερα περιέγραψε τη επιβίωσή του ως θαύμα, το οποίο όμως. θα τον στοίχειωνε για το υπόλοιπο της ζωής του.
Η θλίψη και ένα ανεξήγητο αίσθημα ενοχής του να χάνονται αδελφικοί φίλοι και συμπαίκτες φίλοι, άφησαν το στίγμα τους, μετατρέποντας έναν ήδη ντροπαλό νεαρό άνδρα σε έναν εξαιρετικά εσωστρεφή. Πολλοί κοντά του, συμπεριλαμβανομένου του Μπάσμπι και του αδελφού του Τζακ, είπαν ότι ο Μπόμπι άλλαξε για πάντα μετά το Μόναχο. «Δεν ξεπέρασε ποτέ το Μόναχο», είπε ο Μπάσμπι.
Χαρακτηριστικά, ο Τζακ ήταν πιο ωμός. Στην αυτοβιογραφία του το 1996, έγραψε: «Είδα μία μεγάλη αλλαγή στο παιδί μας από εκείνη την ημέρα. Σταμάτησε να χαμογελά, ένα χαρακτηριστικό που συνεχίζεται μέχρι σήμερα». Το βιβλίο άνοιξε το καπάκι στην τεταμένη σχέση των αδελφών -σχεδόν δεν μιλούσαν για πολλά χρόνια.
Ευτυχώς ο Μπόμπι και ο Τζακ συμφιλιώθηκαν πριν από το θάνατο του δεύτερου το 2020.
Παρά την επιτυχία και τη λατρεία του κόσμου που συνόδευαν επί χρόνια τον Τσάρλτον, αυτός πάντα κουβαλούσε έναν ελαφρύ αέρα μελαγχολίας. Δεν αποτραβήχτηκε, όμως, από γήπεδο όπου έβρισκε την ελευθερία, την επιθυμία και την επιβλητική παρουσία που χαρακτηρίζουν μεγάλους αθλητές.
O γιος του ανθρακωρύχου που έγινε ένα ταλαντούχο, παγκόσμιο σύμβολο.
Από το σεμνό ξεκίνημα σε μια καριέρα που δεν μοιάζει με καμία άλλη, ο Μπόμπι Τσάρλτον, έφτασε να συμβολίζει τα καλύτερα του αγγλικού ποδοσφαίρου. Ήταν παγκοσμίως γνωστός αλλά ποτέ δεν ξέχασε τις ρίζες του. Έφυγε παίρνοντας μαζί και την εποχή του.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28-29.10.2023