Η μεσογειακή μας βλάστηση (μνήμη Νίκου Μάργαρη)
Κάηκε η ψυχή μας!
Καρφωμένοι στις τηλεοράσεις με τις εικοσιτετράωρες απευθείας μεταδόσεις, γέμισαν τα μάτια μας φλόγες και καπνούς, βάρυνε η καρδιά μας από θλίψη και απελπισία.
Κι ύστερα, όπως πάντα, κατέφθασε η πολιτική αντιπαράθεση για τις ευθύνες και η δημοσιογραφική ανάδειξη της υστέρησής μας σε μέσα, υποδομές και δασική προστασία. Μέχρι να σβήσουν οι εστίες και μαζί τους τα φώτα της δημοσιότητας και να συνεχίσουν τη δύσκολη ζωή τους μόνοι, όλοι όσοι καταστράφηκαν.
Όπως έγινε και στο Μάτι και παλαιότερα στην Ηλεία, όπου ακόμα αναζητούνται οι υπηρεσιακές ευθύνες, οι πιθανοί εμπρηστές και τα περιβόητα Ταμεία ανασυγκρότησης.
Καθώς, ωστόσο, το θέμα της εύφλεκτης ύλης των δασών της χαλέπιας πεύκης επαναλαμβάνεται ως πρόχειρο μάθημα από τις οθόνες, πολλοί είναι αυτοί που αίφνης θυμήθηκαν και μνημόνευσαν τον εξαιρετικό Νίκο Μάργαρη, που η «αιρετική» για την εποχή της φωνή του ανέδειξε, με επιστημονικές ανακοινώσεις και εκτεταμένη αρθρογραφία, τη φύση, τη γοητεία και τους κινδύνους των μεσογειακών οικοσυστημάτων, τον ιδιότροπο καθηγητή που αντιτάχθηκε στις ιδέες περί της αξίας αποκλειστικά της υψηλής δασικής κάλυψης, που δυσαρέστησε τους θιασώτες της ελεύθερης κτηνοτροφίας αποκαλώντας προκλητικά τα κατσίκια ή μάλλον τους βοσκούς τους «κατάρα του φυσικού περιβάλλοντος», ζητώντας να απαγορευθεί η βόσκηση μετά τις πυρκαγιές, που προκάλεσε με τον μοναδικό του τρόπο την εγχώρια πανεπιστημιακή κοινότητα που αισθάνθηκε πολλές φορές να προσβάλλεται η ακαδημαϊκή της σοβαροφάνεια.
Είχα την τύχη να είμαι από τις πρώτες φοιτήτριές του στο Βιολογικό της Θεσσαλονίκης στον, καινοτόμο για την εποχή του, Τομέα Οικολογίας και να απολαύσω την καθοδήγηση και τη φιλία του σε πολλές επιτόπιες έρευνες, από το Πήλιο μέχρι την Ρόδο.
Το πρώτο και σημαντικότερο που μας δίδασκε στις αίθουσες του ΑΠΘ, στο πεδίο αλλά και στις ταβέρνες που καταλήγαμε, ήταν η σημασία της «κοινής λογικής» σε κάθε ανάλυση ή προσέγγιση προβλήματος.
Επαναλάμβανε ότι εάν δεν μπορούσαμε να ανταποκριθούμε καταρχάς με την κοινή λογική, ποτέ δεν θα καταφέρναμε να δουλέψουμε πάνω σε κάποιο πρόβλημα, εάν δεν θέταμε με σωστό τρόπο την ερώτηση, ποτέ δεν θα βρίσκαμε τη σωστή απάντηση.
ΟΙ ΔΥΣΑΡΕΣΤΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ
Καθώς λοιπόν στις μέρες μας, με καθυστέρηση δεκαετιών, αναδεικνύεται η ματαιότητα της συναισθηματικής άτακτης φύτευσης δενδρυλλίων και άρχισαν να αναλύονται σε ευρύτερα ακροατήρια οι προσαρμογές των μεσογειακών φυτών στην ξηρότητα του εδάφους και οι μηχανισμοί αναγέννησής τους, αξίζει να δώσουμε σημασία στις ωραίες, απλές αλλά αυστηρές και σε πολλές περιπτώσεις δυσάρεστες αλήθειες που προσπάθησε να μας διδάξει ο Νίκος Μάργαρης.
Πρώτα απ’ όλα με τα λόγια των ποιητών που αγαπούσε να μνημονεύει για να αναδείξει την ιδιαιτερότητα του μεσογειακού τοπίου. «Δεν υπάρχει νερό, μονάχα φώς» του Ρίτσου και το «ελληνικός δρυμός είναι τα βράχια της Ακροπόλεως» του Τσαρούχη (τα μεταφέρω από μνήμης, όπως τα επαναλαμβάνω δεκαετίες τώρα μέσα μου). Με αυτό ήθελε να μας δείξει ότι είναι σημαντικό να εκτιμάμε τα μακί και τα φρύγανα, τους αείφυλλους σκληρόφυλλους θάμνους προσαρμοσμένους στο άνυδρο τοπίο, που έχουν βαθιές ρίζες, που καίγονται εύκολα αλλά και αναγεννώνται γρήγορα μετά την πυρκαγιά. Όπως και τα αρωματικά μας φυτά. Την αγριελιά, την ευγενή δάφνη, την κουμαριά, το ρείκι, την μυρτιά, την πικροδάφνη, την κουτσουπιά, το πουρνάρι, το σπάρτο, τον σχίνο, το θυμάρι, τη λαδανιά, τη φασκομηλιά, το θρούμπι.
Και βέβαια και την χαλέπιο πεύκη. Το ελληνικό μας τοπίο. Πολύτιμη φυτική κάλυψη δεν είναι μόνον οι οξιές και τα έλατα. Περιφρονούσε την μανία όσων δίδασκαν, και ήταν πολλοί στα πανεπιστήμιά μας, ότι ως δάση νοούνται μόνον τα ψηλά δένδρα και τους αποκαλούσε «δενδρολάγνους». Ανησυχούσε που αυτή η τάση είχε οδηγήσει σε ελάχιστη έρευνα σχετικά με την αναπαραγωγή των μεσογειακών ειδών, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουμε και πολλά για το πώς φυτρώνει ένας σχίνος. Μας έμαθε την αξία των ελληνικών βοτάνων σε μια εποχή που μόνον οι γιαγιάδες στα χωριά συγκινούνταν από τις ιδιότητές τους και προσπαθούσε να πείσει την αυτοδιοίκηση να δημιουργήσει βοτανικούς κήπους μεσογειακών ειδών.
Θύμωνε με τις αναδασώσεις της μονοκαλλιέργειας και ειδικά των κωνοφόρων, αποδεικνύοντάς μας ότι αυτά τα δάση του ενός είδους, φτωχά σε υποορόφους, είναι καταδικασμένα να αρρωστήσουν γρήγορα. Και βέβαια να καούν ολόκληρα με μία φλόγα. Μας εξηγούσε τη σημασία της προσαρμογής των φυτών στο περιβάλλον, τον χρόνο ζωής τους, τους μηχανισμούς αυτογένεσης. Μας έστελνε στα καμένα της προηγούμενης χρονιάς για να δούμε την εξέλιξη της φυσικής αναγέννησης. Θυμάμαι συμφοιτήτριά μου που βρήκε κάπου στην Χαλκιδική κοπάδια να βόσκουν και να αποψιλώνουν τα ψυχανθή, τα πρώτα που βγαίνουν μετά τη φωτιά, τα μόνα που μπορούν να δεσμεύσουν άζωτο, απαραίτητο για την αναγέννηση του δάσους και να ανακαλύπτει, μετά από συζήτηση με τον βοσκό ότι, τα ζώα τα έφερε από μακριά. Κάθε χρόνο, της είπε, βλέπουμε στον χάρτη που είναι οι περιοχές με τα καμένα και ανάλογα κινούμαστε! Ο βοσκός γνώριζε τη διαδικασία αναγέννησης, αλλά οι τοπικοί και οι κεντρικοί υπεύθυνοι θεωρούσαν το θέμα ήσσονος σημασίας.
Θυμάμαι που μας ταξίδευε κάπου στην εθνική οδό και μας έδειχνε μια περιοχή που είχε καεί πριν πέντε χρόνια. Ένα τμήμα της ήταν φαλακρό και ένα άλλο είχε ήδη πρασινίσει. Μας δοκίμαζε με ερωτήσεις για το τι θα μπορούσε να έχει συμβεί και αυτό αφορούσε στην εξέταση και την αξιολόγησή μας. Το ένα λοιπόν τμήμα ήταν ελεύθερος δημόσιος χώρος που είχε βοσκηθεί και το άλλο περιφραγμένο, καθώς ανήκε σε κάποιο μοναστήρι. Και κατέλυε κάθε συνήθεια πανεπιστημιακή να δίνουμε εξετάσεις με κλειστά βιβλία, με επιτήρηση και απόλυτη σιωπή. Θυμάμαι στις γραπτές εξετάσεις του μαθήματος της Οικολογίας, πως ήρθε στην αίθουσα, πλησίασε τον πίνακα και έγραψε την ερώτηση «Γιατί το Πάσχα βάφουμε αυγά;». Μας είπε ότι μπορούμε να ανοίξουμε τα βιβλία, να μιλήσουμε όσο θέλουμε μεταξύ μας και μας άφησε μόνους στο αμφιθέατρο για τρείς ώρες.
Ο μοναδικός Νίκος Μάργαρης! Ποιος τον άκουγε τότε; Και ποιος τον ακούει και σήμερα;
Είναι σημαντικό να μνημονεύεται η διδαχή του, έστω και με σαράντα χρόνια καθυστέρηση. Ακόμα πιο χρήσιμο θα είναι να καθοδηγηθούν οι υπεύθυνοι από αυτές τις απλές αλήθειες της κοινής λογικής, βασισμένες σε στέρεα επιστημονικά δεδομένα για τις περαιτέρω ενέργειες των επικείμενων «αναδασώσεων».
Αυτό αφορά στις τεράστιες εκτάσεις καμένων δασών που θρηνούμε αυτό το φλεγόμενο καλοκαίρι αλλά και στις ελάχιστες περιαστικές περιοχές πρασίνου που έχουμε στη χώρα, στην μέριμνα προστασίας και φροντίδας τους.
Όπως, καλή ώρα, το δικό μας Σέιχ Σου.
Για να μην κλαίμε μόνον πάνω από τα καμένα. Οι φετινές πυρκαγιές είναι εξαιρετικά μεγάλης έκτασης και απαιτούν, πρώτα απ όλα, άμεσες παρεμβάσεις συγκράτησης εδαφών, προστασίας της τράπεζας των σπόρων και βέβαια αυστηρή περιφρούρηση από κάθε ύποπτη ανθρώπινη δραστηριότητα.
Ο Νίκος Μάργαρης, ο δάσκαλος της Οικολογίας, πρωτοπόρος στην εισαγωγή του μαθήματος στις πανεπιστημιακές σχολές της Θεσσαλονίκης και του Αιγαίου, έφυγε πρόωρα το 2013.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 14-15.08.2021