Η πάγια θέση της Νέας Δημοκρατίας για το σκοπιανό
Το τελευταίο χρονικό διάστημα πληθαίνουν οι φωνές στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που εγκαλούν τη Νέα Δημοκρατία για την κυβίστηση που έκανε σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών ευθύς ως έγινε κυβέρνηση. Συγχρόνως την κατηγορούν πως εκμεταλλεύτηκε καιροσκοπικά την αγανάκτηση των πολιτών, για να αποκομίσει πολιτικά οφέλη.
Αρχικά να πω ότι στην πολιτική ένα κόμμα επωφελείται από τα λάθη του αντιπάλου κόμματος. Αυτό συνέβαινε πάντοτε και θα συμβαίνει και στο μέλλον, γιατί έτσι παίζεται το παιχνίδι της πολιτικής.
Συνεπώς, ήταν απολύτως φυσιολογικό η Νέα Δημοκρατία να εκμεταλλευθεί πολιτικά μια κακή συμφωνία, όπως ήταν η Συμφωνία των Πρεσπών. Έκανε ζύμωση μέσα στους πολίτες της Β. Ελλάδος και περιόρισε σημαντικά την επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτήν. Άλλωστε, ήταν μια συμφωνία, με την οποία διαφωνούσε εξαρχής.
Συγχρόνως, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ κατηγορούν τη Νέα Δημοκρατία πως τώρα που έγινε κυβέρνηση έχει αποδεχθεί πλήρως τη Συμφωνία των Πρεσπών, υπονοώντας πως θα περίμεναν να προσπαθήσει να την ακυρώσει.
Ας δούμε όμως ποια ήταν και παραμένει η θέση της Νέας Δημοκρατίας.
Πριν από έναν χρόνο έγινε μια εκδήλωση στο Βελλίδειο για το σκοπιανό ζήτημα και τη Συμφωνία των Πρεσπών. Μεταξύ των ομιλητών ήταν και ο τότε αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Άδωνις Γεωργιάδης.
Ρωτήθηκε λοιπόν ο Ά. Γεωργιάδης, η Νέα Δημοκρατία τι προτίθεται να πράξει με τη Συμφωνία των Πρεσπών όταν γίνει κυβέρνηση.
Είπε ο Ά. Γεωργιάδης: «Εμείς πολιτικοί απατεώνες δεν είμαστε. Δεν θα σας πούμε πράγματα που δεν μπορούμε να κάνουμε. Μία διεθνής συμφωνία πολύ δύσκολα ανατρέπεται. Εκείνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε συγκεκριμένους όρους της, συζητώντας για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της γείτονος με την Ε.Ε.».
Κάποιοι αντέδρασαν. Όμως ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επανέλαβε την παραπάνω θέση του κόμματος.
Συνεπώς, οι αιτιάσεις των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ περί κυβίστησης δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Είναι προφανές πως μία διεθνής συμφωνία παράγει διεθνή έννομα αποτελέσματα, τα οποία δεν ανατρέπονται εκ των υστέρων. Διαφορετικά η διεθνής κοινότητα θα ήταν μια ζούγκλα.
Έτσι, αν ένα κόμμα, όταν είναι στην αντιπολίτευση, θεωρεί πως μία διεθνής συμφωνία την οποία έχει υπογράψει η χώρα του είναι εθνικά επιζήμια, αυτό δεν του δίνει το δικαίωμα να την ακυρώσει μονομερώς όταν γίνει κυβέρνηση.
Έτσι λειτουργεί ο πολιτισμένος κόσμος.
Άλλωστε, δεν συμφέρει στην Ελλάδα να αναδειχθεί σε αναθεωρητική δύναμη στην περιοχή, απαιτώντας την αναθεώρηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, γιατί τότε πολύ εύλογα θα ζητήσει και η Τουρκία την αναθεώρηση της συνθήκης της Λοζάνης, που υπογράφτηκε πριν από ενενήντα πέντε χρόνια.
Αυτός ήταν και παραμένει ο στρατηγικός της στόχος.
Όλα τα παραπάνω δεν αναιρούν το γεγονός πως η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μια κακή συμφωνία, επιζήμια για τα εθνικά μας συμφέροντα.
Και γι’ αυτόν το λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ είδε τη δύναμή του να συρρικνώνεται σημαντικά στη Β. Ελλάδα.
Η θέση της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών ήταν σαφής, τεκμηριωμένη και σε κανένα σημείο της δεν υποσχόταν την ακύρωση της συμφωνίας.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 15/9/2019.