Κι αν είμαι ροκ
Στο ρεπορτάζ, καλοί συνάδελφοι επισημαίνουν πως ο Αλέξης Τσίπρας κάνει πάλι στροφή στο «σκληρό ροκ». Δεν είναι βέβαια είδηση η επιλογή του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ να πάει σε αυτό που τον κατηγορεί η ΝΔ, δηλαδή σε τοξική ρητορική και ατζέντα.
Από τον ΣΥΡΙΖΑ άλλωστε έρχεται σαν τρέιλερ η απάντηση: Αν το κλίμα γίνεται τοξικό, βασική υπεύθυνη είναι η ΝΔ και οι πρακτικές που ακολουθεί.
Καταρχάς διαφωνώ με τη χρήση του κάποτε πετυχημένου παραφιλολογικού όρου «σκληρό ροκ» που παραπέμπει στα πριν από τριάντα χρόνια επικοινωνιακά τρικ του Κώστα Λαλιώτη.
Τότε όμως το ροκ εντ ρολ, (όπως και πολύ περισσότερο στα χρόνια του ’60 και του ’70), ήταν πράγματι επικίνδυνο για κάθε κατεστημένο και κεντρικό σημείο αναφοράς. Αυτό όμως τελείωσε με την έλευση των κοινωνικών μέσων, περίπου το 2000. Σήμερα είναι περισσότερο διασκέδαση. Ψιλά γράμματα θα πείτε.
Ο όρος «σκληρό ροκ» πιο πολύ θα ταίριαζε στα χρόνια των αρχών του 1980 τότε που ακούγαμε το υπέροχο τραγούδι του Μάνου Λοΐζου με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου σε στίχους Δώρας Σιτζάνη:
«Κι αν είμαι rock μη με φοβάσαι
έγινα κιόλας τριάντα χρονών…»
Οπότε πιο κοντά στις εποχές του παλιού καλού ροκ εντ ρολ είναι και ο πολύπειρος αλλά 76χρονος πια, Στέφανος Τζουμάκας ιδρυτικό μέλος του ΠΑΣΟΚ, πολλές φορές βουλευτής και υπουργός, που ορίστηκε ως επικεφαλής της Επιτροπής Πολιτικής Στρατηγικής και Ανάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ!
Σκληρό ροκ μπορεί πράγματι να παίξει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν υπάρχουν πια σκληροί ρόκερς στην πολιτική σκηνή.
Γενικότερα δεν υπάρχουν οι παλιοί ηγέτες .
Όχι μόνο στην Ελλάδα, και σε όλη την Ευρώπη όλο και πιο πολλοί υποστηρίζουν πως δεν βρείτε σήμερα έναν Μιτεράν, έναν Βίλι Μπραντ, έναν Ντε Γκωλ, έστω μία Θάτσερ ή έναν Μπερλιγκουέρ. Και πιθανότατα έχουν δίκιο.
Ίσως στην κυνική εποχή της ψηφιακής μετάβασης, της κλιματικής αλλαγής, των διευρυνόμενων ανισοτήτων και των κοινωνικών δικτύων, ο καχύποπτος και κουρασμένος πολίτης δεν μαγεύεται πια από τα σαρωτικά σλόγκαν και αφηγήματα.
Από την άλλη όμως ας μην υποτιμάμε τη δύναμη ενός σλόγκαν που αμέσως πιάνει σφυγμό. Που αναγκάζει ακόμα και τον πιο μετριοπαθή μέσο ανθρωπάκο να κουνήσει με νόημα το κεφάλι σα να λέει «πλάκα πλάκα, αυτό είναι το θέμα του καιρού αυτού».
Ο ευφυής Ανδρέας το 1981 ανέσυρε από το πολύ μακρινό παρελθόν τη λέξη «Αλλαγή» για να σηματοδοτήσει το «μπουχτίσαμε» από την πολυετή κυριαρχία της Δεξιάς και του αυταρχικού μετεμφυλιακού κράτους της. Αν ψάξετε όμως το πόσες φορές χρησιμοποιήθηκε προεκλογικά το σλόγκαν «Time for Change» σε μεγάλες χώρες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού θα τρομάξετε. Είναι παρά πολλές.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αργότερα βλέποντας τα φαινόμενα της διαφθοράς, του «αυριανισμού» και των σκανδάλων να πληθαίνουν προς το τέλος της δεύτερης κυβερνητικής θητείας του ΠΑΣΟΚ (1987-89) αξιοποίησε τη λέξη «κάθαρση», και έτσι προέκυψε το «Βρώμικο ’89».
Ο Κώστας Σημίτης, βλέποντας την κόπωση στο ΠΑΣΟΚ και την αντοχή του λαϊκισμού στο κόμμα του οποίου πήρε το τιμόνι, υιοθέτησε το 1996 τον «εκσυγχρονισμό», ως ονομασία του βασικού τότε αιτήματος των καιρών.
Μετά ήρθε ο Κώστας Καραμανλής που υποσχέθηκε την «επανίδρυση του κράτους» αλλά και ότι δεν θα αφήσει «πέντε νταβατζηδες» να ταλαιπωρούν τη χώρα.
Ο Γιώργος Παπανδρέου έμεινε στην ιστορία για την ατάκα «λεφτά υπάρχουν» αλλά την σύντομη κυβερνητική του θητεία σφράγισαν θεσμοί όπως η «Διαύγεια» αλλά και η επιμονή στη «Διαφάνεια».
Ο Τσίπρας το 2014 υποσχέθηκε πως θα έσχιζε τα μνημόνια με την αλήστου μνήμης ατάκα «με ένα νόμο και σε ένα άρθρο» και μας έκοψε το κουστουμάκι της ενισχυμένης επιτήρησης της ελληνικής οικονομίας.
Και κάπου εκεί απωλέσαμε μάλλον τη δυνατότητα να φτιάχνουμε νέα σλόγκαν και αφηγήματα που να συνεπαίρνουν τον λαό…
Με αυτά και μ’ εκείνα πάμε για μία αναμέτρηση Μητσοτάκης εναντίον Τσίπρα, με ό,τι σημαίνουν ως πολιτικά μεγέθη και με ό,τι κομίζουν με το όραμα, το πρόγραμμα και τις πολιτικές τους επιλογές.
Τα γκάλοπ λένε πως οι πιο πολλοί επιλέγουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ενθυμούμενοι τα κυβερνητικά πειραγμένα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αλλά και γιατί ο Αλέξης Τσίπρας είτε δεν έκανε ανανέωση στο κόμμα και αναμασά το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» του 2014 , είτε γιατί γενικότερα «δεν πείθει».
Ο σημερινός πρωθυπουργός αργά ή γρήγορα θα κληθεί να δώσει, μεταξύ άλλων, πειστικές απαντήσεις:
1. Γιατί δεν απάντησε πειστικά για τις υποκλοπές.
2. Γιατί είναι πολλές οι… συμπτώσεις με τους «Πάτσηδες».
3. Γιατί δεν έπεισε πως κάνει σοβαρούς ελέγχους στην αγορά, ούτε στέλνει σοβαρά μηνύματα στους κερδοσκόπους, αφού όλοι ξέρουμε πως η «αγορά» όταν δει ότι «μας παίρνει», εφορμά και ταράζει τον κοσμάκη στην ακρίβεια.
4. Γιατί επιμένει στην άρνηση μείωσης του ΦΠΑ στα βασικά είδη διατροφής και του ΕΦΚ στα καύσιμα ενώ σε ισχυρές χώρες και οικονομίες αυτό έχει ήδη συμβεί.
Κάποιοι στην κυβέρνηση, όπως φαίνεται από τις τηλεοπτικές τους εμφανίσεις πιστεύουν ωθούμενοι από τα γκάλοπ ότι ο Αλ. Τσίπρας είναι ένας «βολικός αντίπαλος». Είναι μία έκφραση που απαντάται στο ποδόσφαιρο, όπου όντως η έλλειψη ανταγωνισμού φέρνει εφησυχασμό και έλλειψη μεταγραφών. Στην πολιτική φέρνει αλαζονεία.
Τα όσα θα γίνουν μέχρι να στηθούν οι κάλπες, θα δείξουν αν ο κόσμος δει το σκηνικό σαν το παλιό σκληρό ροκ η σαν μια απλή διασκέδαση.
*Διαβάστε στη "ΜτΚ" στις 06.11.2022