ΑΠΟΨΕΙΣ

Μην ενοχλείτε τους βολεψάκηδες. Αγωνίζονται!

 19/03/2019 09:00

Θα το έχετε προσέξει. Αν όχι, την επόμενη φορά. Όποια ώρα κι αν είναι, όσο μεγάλο και αν είναι το πάρκιγκ του σουπερμάρκετ, ακόμη κι αν περισσεύει για να προσγειωθεί αεροπλάνο, πάντα κάποιος θα έχει παρκάρει πάνω σε θέση ΑΜΕΑ και πάντα κάποιος θα έχει χώσει το αυτοκίνητό του μπροστά στην είσοδο, εκτός διαγραμμίσεων. Για να γλιτώσει δεκαπέντε μέτρα περπάτημα; Ακριβώς γι’ αυτό!

Θα το έχετε επίσης προσέξει όταν βρίσκεστε σε μποτιλιάρισμα, ας πούμε Σάββατο πρωί, καλοκαίρι, καθ’ οδόν προς τη Χαλκιδική. Ένας, δύο, πέντε, είκοσι, στο τέλος θα χάσετε το μέτρημα πόσοι σας προσπερνούν από δεξιά, από τη Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης. Για να φτάσουν δέκα λεπτά νωρίτερα στο εξοχικό στη Φούρκα; Τόσο, δηλαδή δύο ρουφηξιές φρέντο. Και αν δεν έχετε την ευτυχία ενός υπεραστικού μποτιλιαρίσματος, υπάρχει και η αστική βερσιόν. 

Η λεωφορειολωρίδα της Τσιμισκή. Μπροστά στα μάτια του ατάραχου τροχονόμου που ή βαριέται να βγάλει το μπλοκάκι ή έχει εντολή να κάνει τα στραβά μάτια. Γιατί, το να κόψει μια κλήση εκατό ευρώ και να πάρει το δίπλωμα του οδηγού για δύο μήνες είναι «καταστολή» και εμείς, γενικώς, είμαστε εναντίον της «καταστολής», το ζητούμενο είναι η «διαπαιδαγώγηση», κάτι που στα γήπεδα το λένε «η μπάλα στην κερκίδα». 

Όχι μόνο στην εποχή της Γεροβασίλη και της Παπακώστα, αλλά και παλιά και παλαιότερα και πολύ παλιά. Απλώς η αριστερά έχει τον τρόπο να ντύνει την καιροσκοπία με ωραία λόγια, ενώ οι άλλοι, δεξιοί και Πασόκοι, έκαναν το ίδιο στα μουλωχτά. Όλοι με ένα και μοναδικό σκοπό, να μη δυσαρεστήσουν την πελατεία. Γιατί, εάν το κράτος ήθελε να σταματήσει το φαινόμενο της οδήγησης στη Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης, δηλαδή μια συνήθεια που μπορεί να στοιχίσει ζωές, θα το είχε κόψει μαχαίρι. Στήνεις ένα συνεργείο μεταξύ Θέρμης και Ρυσίου και ένα άλλο ανάμεσα σε Μέγαρα και Ελευσίνα και τους μαζεύεις στην άκρη σαν πρόβατα. Αλλά συστηματικά, τρεις μήνες συνέχεια, πρωί, απόγευμα, βράδυ, επίμονα και αλύπητα, χωρίς να ακούς δικαιολογίες. Και μετά, μια χαρά ο ανυπότακτος έλληνας γιωταχής γίνεται αρνάκι.

Ένα αυτοκίνητο παρκαρισμένο πάνω στη διάβαση, ένας καπνιστής στο δημόσιο χώρο - ακόμη και υπουργός, ένα αποκριάτικο πάρτι στη Νομική που αφήνει πίσω του βουνά σκουπίδια, ένας υπάλληλος που πληρώνεται από τους φορολογούμενους, αλλά αρνείται να αξιολογηθεί, ένας πυροσβέστης που λέει «άσ’ τους να καούν, να βάλουν μυαλό», οι ομοσπονδίες δασκάλων και καθηγητών που κάνουν εκλογές σε εργάσιμες μέρες και ώρες, ώστε να λουφάρουν ακόμη τρεις μέρες το χρόνο χωρίς να χάσουν το ημερομίσθιο, όλα αυτά είναι μικρές ή μεγαλύτερες ψηφίδες της ίδιας εικόνας. 

Της εικόνας μιας κοινωνίας που επέλεξε να μην είναι κοινωνία αλλά άθροισμα ατόμων ή επαγγελματικών ομάδων, καθένα από τα οποία βλέπει μόνο μέχρις εκεί που φτάνει το συμφέρον της στιγμής. Χωρίς αίσθηση ευθύνης έναντι των υπολοίπων, χωρίς συνείδηση της ευθύνης γενεών. Αυτό το έλλειμμα πραγματικής αλληλεγγύης, που δεν αναπληρώνεται με κοινωνικότητες στο καφενείο, αποκαλύφθηκε εφιαλτικά κατά την περίοδο του «αντιμνημονιακού αγώνα». Ο οποίος, για την ακρίβεια, δεν ήταν ούτε αντιμνημονιακός ούτε αγώνας, αλλά ο ιδεολογικός φερετζές, ώστε κάθε συντεχνία να πασάρει το λογαριασμό της κρίσης στους διπλανούς. Αν χρειαστεί, κλέβοντας και από τα εγγόνια της.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Μαρτίου 2019