Ο Μίκης της Θεσσαλονίκης
Είχες σκεφτεί τα τελευταία χρόνια, συνειδητοποιώντας ότι ο μυθικός Μίκης έφτασε σε πια στη δέκατη δεκαετία της ζωής του και ότι ο Μάνος και η Μελίνα, οι άλλοι μύθοι της γενιάς του, λείπουν πια από κοντά μας εδώ και ένα τέταρτο του αιώνα, την γενική συγκίνηση και το σεβασμό που θα φέρει σε όλο τον πλανήτη η είδηση του θανάτου του -όποτε έλθει αυτός- αλλά και την ποιότητα και την ομορφιά της μουσικής του που θα κατακλύσει έστω για μερικές μέρες τα ραδιόφωνα, τις τηλεοράσεις και το διαδίκτυο. Και την έδιωχνες αγχωμένος αυτή τη σκέψη.
Σκεφτόσουν όμως και την ευχάριστη έκπληξη που θα νιώσουν οι σημερινοί νέοι που ήρθαν στη ζωή ογδόντα χρόνια μετά τη γέννηση του Μίκη Θεοδωράκη ερχόμενοι σε επαφή με το έργο του.
Είχες αναρωτηθεί επίσης τι θα γράψουν οι ξένοι στις αναδρομές και τα αφιερώματα στη ζωή και το έργο του διασημότερου Έλληνα. Διότι πράγματι μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου 2021 ήταν για όλο τον κόσμο ο πιο γνωστός εν ζωή Έλληνας με μακράς ζωής δημιουργίες και αγώνες και μια ζωή και προσωπικότητα που δεν μπορούν εύκολα να αποτιμηθούν .
Ήρθε δυστυχώς αυτή η στιγμή. Τι νιώθεις; Μα σεβασμό, δέος, ευγνωμοσύνη, αγάπη ατελείωτη.
Έφυγε ο Μίκης. Ο τελευταίος και μεγαλύτερος φάρος που είχαμε. Σύμβολο της Ελλάδας για πάντα. Ένας homo universalis.
Και έχει αναδυθεί παντού μια οικουμενική συγκίνηση. Σε κάθε γωνία του πλανήτη.
Και μέσα στη διεθνή αναγνώριση, ζεις κι εσύ τον δικό σου μικρόκοσμο τον μέγα. Τον δικό σου Μίκη που γνώρισες από κοντά 17χρονος εκείνο το βράδυ της 18ης Αυγούστου 1975 στο χορτάρι του Καυτανζογλείου. Οι τότε έφηβοι σπεύσαμε μετά το φροντιστήριο, μέσα στην γενική δίψα για πολιτισμό, μουσική και ελευθερίες -αποτέλεσμα της επτάχρονης δικτατορίας που είχε φιμώσει τους πάντες -στις 18 Αυγούστου του 1975. Ήταν η συναυλία της πρώτης παρουσίασης του υπέροχου «Canto General», του Μίκη Θεοδωράκη, έργου βασισμένου στο εμβληματικό ποίημα του Πάμπλο Νερούντα.
Θυμάμαι λες και ήταν χθες τη συναυλία στην οποία συμμετείχαν η Εθνική χορωδία της Γαλλίας και τα κρουστά του Στρασβούργου. Στο πρώτος μέρος της ακούσαμε τα «Επιφάνια Αβέρωφ», που ερμήνευσε ο Αντώνης Καλογιάννης. Στη συνέχεια ήρθε το «Κάντο Χενεράλ», όπου ακούσαμε τον Μάνο Κατράκη να απαγγέλει στίχους του μεγάλου Χιλιανού ποιητή και τη Μαρία Φαραντούρη και τον Πέτρο Πανδή να ερμηνεύουν το έργο στη γλώσσα του Νερούντα.
Αλλά και χρόνο πριν, Ιούλιος 1974 η εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, η επιστράτευση, η πτώση της χούντας είχαν κι αυτά γίνει το σάουντρακ της εφηβικής ψυχής μας. Θυμήθηκα τη συσκότιση στη Θεσσαλονίκη. Είχα πάει επίσκεψη σε συμμαθητή στο κέντρο, στην Πρασακάκη, καθώς οι τερατολογίες έλεγαν ότι καλά θα κάνετε να φύγετε από τα σπίτια σας όσοι μένετε κοντά στο Γ’ Σώμα Στρατού, επειδή οι Τούρκοι θα μας βομβαρδίσουν. Μείναμε μέχρι τα ξημερώματα ξάγρυπνοι ακούγοντας δίσκους του Μίκη Θεοδωράκη, από εκείνο το πικάπ που έπαιζε με ηχείο το ραδιόφωνο. Το είχαμε αποσυνδέσει από το ράδιο και ακούγαμε τους… ψιθύρους από τη βελόνα και μόνο.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος τον αποχαιρέτησε με λόγια που ακριβώς αποτυπώνουν πιστεύω το μεγαλειώδες, το πληθωρικό, το ευφυές, το αγωνιστικό της παρουσίας του Μίκη στη ζωή μας. Είπε ο Θεσσαλονικιός τροβαδούρος μεταξύ άλλων:
«Ήταν παράφορος. Δεν τον χωρούσε ο τόπος. Ξεχείλιζε από μουσική, αιώνια νιάτα, πάθος και ρομαντισμό. Ήταν ένας μεγαλοφυής, ένας λεοντόκαρδος, ένας άνθρωπος αναγεννησιακός. Ένας οικουμενικός άνθρωπος. Θα ζει πάντα στη μνήμη της Αντίστασης, στην τραγική μνήμη του εμφυλίου και της εξορίας, στους αγώνες της δεκαετίας του ’60, στη φυλακή του αντιδικτατορικού αγώνα. Μα πάνω από όλα θα ζει πάντα στο αιώνιο τραγούδι της ελληνικής λαλιάς με την συναρπαστική και θυελλώδη μουσική του».
«O Captain, my Captain
Η δάφνη κερδήθηκε
Ποτέ δεν θα πεθάνεις»
Ο Μίκης Θεοδωράκης είχε στενούς δεσμούς και παλιές φιλίες με πολλούς Θεσσαλονικείς, αξίζει μάλιστα να θυμηθούμε ότι είχε φιλικό δεσμό με τον ποιητή Μανώλη Αναγνωστάκη, στο λογοτεχνικό περιοδικό Κριτική του οποίου δημοσίευσε και ένα άρθρο για τη μουσική. «Ο Μίκης μάλιστα μελοποίησε και αρκετά ποιήματα του Αναγνωστάκη, ανάμεσα στα οποία και το «Δρόμοι παλιοί», δίνοντάς του συγκλονιστική μουσική διάσταση», έγραψε το 2015 στο ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΩΝ ΠΟΛΙΣ ο φίλος του και συγγραφέας Μάκης Τρικούκης που κι αυτός έφυγε το 2018 .
*Και μία ιστορική αναγγελία -διαφήμιση από την «Μακεδονία», στις 13 Σεπτεμβρίου 1961:
«Στο θέατρο ΔΙΑΝΑ, σήμερον Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου ο Μίκης Θεοδωράκης διευθύνει στις 9.30 μ.μ. το Αρχιπέλαγος, την Πολιτεία, τους Λιποτάκτες και τον Επιτάφιο.
Τραγουδούν η Γιοβάνα και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης.
Απαγγέλει η Αλέκα Παΐζη.
Σολίστες: Καρνέζης και Παπαδόπουλος».
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 05 Σεπτεμβρίου 2021