Οι περιπέτειες της μαρίνας της Αρετσούς (ιστορικόν ανάγνωσμα σε… συνέχειες)
Στις 28 του περασμένου Ιανουαρίου, το ΤΑΙΠΕΔ δημοσίευσε «Πρόσκληση υποβολής Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος για την παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης, λειτουργίας και εκμετάλλευσης της μαρίνας Καλαμαριάς (Αρετσού)», προσθέτοντας άλλο ένα κεφάλαιο στην ταλαιπωρία ενός από τα ωραιότερα παράκτια τμήματα της χώρας. Ο χώρος δεν μου επιτρέπει να ιστορήσω τις περιπέτειες της θάλασσας που, πολλοί από μας, γεννηθήκαμε, μεγαλώσαμε, αγαπήσαμε. Και πριν από μας, οι πρόγονοί μας, που σε συνθήκες προσφυγιάς, φρόντισαν, από την πρώτη δεκαετία της εγκατάστασης, να αξιοποιήσουν, με μοναδική ισορροπία δενδροφύτευσης, σημείων ελλιμενισμού, αλιευτικής και «τουριστικής» δραστηριότητας. Προσπερνώντας δεκαετίες ωραίων εποχών των «εξοχικών κέντρων της Θεσσαλονίκης», της γαστρονομικής και μουσικής παράδοσης της Πλαστήρα, αναμνήσεων από τον πυρήνα της ψυχής μας που δεν θα ξεχάσει ποτέ την εξέλιξη της προσφυγογειτονιάς σε θέρετρο αναφοράς, φθάνω στις τελευταίες δεκαετίες της μεταπολίτευσης, που οι απαλλοτριωμένες εκτάσεις (επί χούντας) αποδόθηκαν στους απογόνους του δημοσίου. Από το Υπουργείο Τουρισμού στον ΕΟΤ, από τον ΕΟΤ στα ΕΤΑ, από τα ΕΤΑ στο ΤΑΙΠΕΔ, στο Υπερταμείο και τέλος δεν έχει η ταλαιπωρία. (Μπορεί και κάποιον να ξεχνώ αλλά, τι σημασία έχει;) Ακυρώνοντας κάθε έννοια Δικαίου, σκοπού απαλλοτρίωσης και τοπικής-εθνικής ανάπτυξης, η μαρίνα της Αρετσούς, έμεινε με τις παρηκμασμένες, αφρόντιστες λιμενικές εγκαταστάσεις που έγιναν πενήντα ετών. Με υποτυπώδη έκταση περιπάτου που ξέμεινε από την εγκατάλειψη (αλλά λειτουργεί ως μοναδικός χώρος άθλησης για κατοίκους και πέραν της γειτονιάς μας) και με κατά καιρούς αφυπνίσεις των «ιδιοκτητών» της, που, πάντα σε συνθήκες μυστικότητας προθέσεων, με προσχηματικές διαδικασίες διαλόγου με τον Δήμο Καλαμαριάς, προχωρούσαν σε σχέδια, που συναντούσαν την τοπική αντίδραση και στη συνέχεια αποσύρονταν. Η μαρίνα μεταβιβάζονταν σε διάδοχα σχήματα και στο ενδιάμεσο διάστημα κανείς δεν έθετε ζητήματα σοβαρής αναβάθμισης και κυρίως, λογικής σύνδεσής της με τα υπόλοιπα τμήματα του θαλασσίου μετώπου, που παραμένουν το ίδιο ντροπιαστικά βρώμικα, αναξιοποίητα, ασυνάρτητα ερείπια μιας παράλογης, αδιανόητης, εξοργιστικής (μη) διαχείρισης. Η «Παναγία» με λαμαρίνες, άγνωστου υγειονομικού κινδύνου, το ίδιο και τα σημεία της παρακείμενης βίλας που κατέρρευσε, τα υπολείμματα της Μαρίδας και του Μπάτη της νεότητάς μας, το Κυβερνείο που το Υπουργείο Μακεδονίας Θράκης δεν μας αποκαλύπτει τι σχεδιάζει για το μέλλον του. Στο ίδιο κάδρο βρίσκεται η πλαζ, οι εγκαταλειμμένοι περίπατοι στα πρανή, που ο αείμνηστος Θρασύβουλος Λαζαρίδης, πριν δεκαετίες, δημιούργησε, οι ναυταθλητικές εγκαταστάσεις, το στρατόπεδο Κόδρα, που ζει τη δική του ταλαιπωρία, με τα κτίρια που χάνονται, τον αρχαιολογικό χώρο που δεν συγκινεί και βέβαια οι συνέχειες του θαλασσίου μετώπου πέρα από το Καραμπουρνάκι από τη μία και την Μίκρα από την άλλη. Αυτή λοιπόν η αυτονόητη ενιαία ανάπτυξη της περιοχής, που θα έπρεπε να λειτουργεί ως ευλογία ελεύθερου χώρου για την Θεσσαλονίκη, παραμένει δύσκολος γρίφος ή δουλειά που αποφεύγεται από όσους επιθυμούν να άρχουν τοπικά, περιφερειακά και εθνικά.
To Σχέδιο για τον Θερμαϊκό
Τα τελευταία δύο χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη από την Περιφέρεια το Ειδικό Χωρικό Σχέδιο για τον Θερμαϊκό των 55 χιλιομέτρων, που χαιρετίσαμε όλοι ως μια, επιτέλους, ελπίδα της αυτονόητης μέριμνας για την περιοχή. Αλλά, το Περιφερειακό, δεν αγγίζει τα σημεία που ανήκουν σε άλλους φορείς (από πού άραγε τα κληρονόμησαν;). Μιλά για ενιαία ανάπτυξη αλλά όχι για την πλαζ, όχι για την μαρίνα, όχι για το Παναγία, όχι για το Παλατάκι. Σε αυτές τις συνθήκες, πριν από έναν χρόνο, το ΤΑΙΠΕΔ συνέταξε ΣΜΠΕ (Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων-επιβεβλημένη από Ευρωπαϊκή Οδηγία που αναγκαστικά και δυσφορώντας ακολουθούμε) και την έθεσε σε διαβούλευση. Το σχέδιο περιλαμβάνει αναβάθμιση των εγκαταστάσεων, κτιριακές υποδομές εξυπηρέτησης του τουριστικού λιμένα αλλά και μπαρ, καφέ, ξενοδοχείο και κατοικίες, κυριολεκτικά, μέσα στη θάλασσα. Ο Δήμος Καλαμαριάς συμφώνησε στην αρχή της διαμόρφωσης σύγχρονων εγκαταστάσεων μαρίνας, κατέθεσε τις επιμέρους παρατηρήσεις του αλλά διαφώνησε (αν δεν κάνω λάθος ομόθυμα) με τα ξενοδοχεία, τα σπίτια και την αυξημένη δόμηση. Πέρασε ένας χρόνος, κατά τον οποίο ουδείς έμαθε τη συνέχεια αυτής της «δημοκρατικής διαδικασίας» (ήταν και έτος πανδημίας) και ξαφνικά, πριν λίγες μέρες με την πανδημία ακόμα σε εξέλιξη, δημοσίευσε την προκήρυξη, με τη συμπερίληψη ξενοδοχείων και κατοικιών. Για ποιον λόγο έγινε η διαβούλευση, παραμένει άγνωστο. Να ληφθεί υπόψη ότι την ΣΜΠΕ πρέπει να ακολουθήσει σχετικό Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο, δεν έχει εκδοθεί. Τι λοιπόν να πρωτο-επισημάνουμε; Το αντιδεοντολογικό, πιθανόν και παράνομο, της προκήρυξης, πριν την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος; Την απουσία οποιουδήποτε στοιχείου οικονομικής εκτίμησης αποδόσεων των σχεδίων που προτείνει; Τον παραλογισμό να χωροθετούνται τόσες πολλές εγκαταστάσεις με μοναδική πρόσβαση τις δύο καταβάσεις, που δεν αρκούν ούτε για τις σημερινές ανάγκες; Την υποτιθέμενη πρόνοια μετεγκατάστασης των αλιέων σε ένα αλιευτικό καταφύγιο που χρόνια συζητείται αλλά δεν έχει συμπεριληφθεί σε κανέναν προγραμματισμό; Με το μάτι ενός μη ειδικού, θα μπορούσα να γράφω σελίδες παρατηρήσεων, καθώς, τα περισσότερα από όσα αναφέρονται και στην ΣΜΠΕ και στην προκήρυξη είναι γενικόλογα και στερούνται οικονομικών στοιχείων, κυκλοφοριακών ρυθμίσεων και συνυπολογισμού της ιστορικής αξίας της περιοχής. Να σημειωθεί ότι στον ευρύτερο χώρο είναι τα Απολυμαντήρια της προσφυγιάς, τα καταφύγια του πολέμου, τα ίχνη από τις προσφυγικές σκάλες, το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, που φέρει μεγάλο φορτίο συναισθήματος για την περιοχή. ( Ενώ δεσμεύονται ότι θα διατηρηθεί, σε κάποιο σημείο αναφέρεται ότι μπορεί να μετακινηθεί…). Να καταθέσω ωστόσο δύο ερωτήσεις που δεν αφορούν επιμέρους θέματα αλλά σχετίζονται με την μεγάλη εικόνα και την πρωτογενή επιθυμία. Πρώτον, μήπως και το Παλατάκι προορίζεται για ξενοδοχείο; Μήπως και η Παναγία; Και εάν ναι, τι εξυπηρετούν και πως θα επιβιώσουν τρία ξενοδοχεία παρά θιν αλός; Και, προχωρώντας ανάποδα, γυρνώ στο ερώτημα βάσης: γιατί επιθυμούμε μια σύγχρονη μαρίνα; Αν την χρειαζόμαστε γιατί είναι ντροπή να συνεχίζεται η εγκατάλειψη αλλά και γιατί υπάρχει ζήτηση ελλιμενισμού, όπως αορίστως αναφέρεται στην μελέτη που παραπέμπει σε βιβλιογραφία (!!), γιατί πρέπει να βαρύνουμε με ανοικοδόμηση την περιοχή, αλλάζοντας τον χαρακτήρα της; Εάν, όπως υπονοεί η μελέτη, οι χερσαίες (οικονομικές) αποδόσεις είναι μεγαλύτερες (για ποιόν;) από τις θαλάσσιες, γιατί χρειαζόμαστε τρείς μαρίνες στον Θερμαϊκό, όπως σχεδιάζεται ευρύτερα; (Αρετσού, Πυλαία, Ποσειδώνιο). Μήπως η Αρετσού γίνει υπόδειγμα θαλάσσιας ανοικοδόμησης και για άλλα σημεία του Θερμαϊκού; Προσωπικά πιστεύω ότι δεν θα γίνει τίποτα. Αλλά, ήρθε (και πέρασε) η ώρα να αναληφθούν ευθύνες. Από Δήμο, Περιφέρεια, Κυβέρνηση, Κόμματα. Εάν πραγματικά δεν επιδιώκουμε άλλη μία κατάθεση της οργής των περιοίκων και την απόσυρση οποιασδήποτε παρέμβασης, ας αξιοποιηθεί ως ευκαιρία αυτή η τεχνικά ελλιπής, χωροταξικά και αναπτυξιακά αποσπασματική και δημοκρατικά απαράδεκτη προκήρυξη και ας μιλήσουμε όλοι με ανοιχτά χαρτιά, ΤΙ ΘΕΛΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ.
ΥΓ: Επειδή το Δημόσιο είναι αναποτελεσματικό και «δεν μπορεί να είναι επιχειρηματίας» και επειδή είχαμε ανάγκη να βρούμε γρήγορα χρήματα για να αποπληρώσουμε τα χρέη μας, η περιοχή παραχωρήθηκε στο ΤΑΙΠΕΔ το 2012. Ουδείς φρόντισε για την κατάντια των λιμενικών εγκαταστάσεων μέχρι σήμερα. Αισίως, παρήλθε άλλη μία «αποτελεσματική» δεκαετία ανάπτυξης…
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 28.02.2021