Πολλή κουβέντα για τα τρένα, τσιμουδιά για τον σιδηρόδρομο
Εάν δεν καταδυθούμε στους πολύ κυνικούς όρους πολιτικής, η φυσιολογική αντίδραση στην αντιπαράθεση για το δυστύχημα των Τεμπών είναι το «άι σιχτίρ». Η κυβέρνηση που πήγαινε καβάλα στ’ άλογο, σχεδόν άφθαρτη από την υπόθεση των υποκλοπών, προσπαθεί να περιορίσει την ζημία κάνοντας το μαύρο - άσπρο. Ο ΣΥΡΙΖΑ που είχε σίγουρη την ήττα ελπίζει πλέον στο στατιστικό λάθος, υποδαυλίζει το τυφλό μίσος και ποντάρει στην άγνοια των γενικώς «θυμωμένων». Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται αντιμέτωπο με εκκρεμότητες από το παρελθόν του στον συνδικαλισμό που συνέβαλε καθοριστικά ώστε να μετατραπεί ο ΟΣΕ σε παρακμιακό δημοσιοϋπαλληλίκι. Αρκετά άδικο για το μόνο κόμμα που έστω και για σύντομο διάστημα κατά τη Μεταπολίτευση ασχολήθηκε κάπως σοβαρά με τον σιδηρόδρομο αλλά έτσι είναι το ΠΑΣΟΚ: Ψοφάει για τα ζεϊμπέκικα του Αντρέα και κάνει πως δεν ξέρει την περίοδο Σημίτη που έπρεπε να έχει για προμετωπίδα του. Και οι μικρότεροι, ψαρεύουν σε βρώμικα νερά. ΚΚΕ και ΜέΡΑ25 καταγγέλλοντας σουρεαλιστικά τον καπιταλισμό για μία συμφορά που οφείλεται αποκλειστικά στο Δημόσιο, ο Βελόπουλος σερβίροντας θεωρίες συνωμοσίας που μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν θα ακούγονταν ούτε σε καφενεία και οι Χρυσαυγίτες πουλώντας «αντισυστημισμό» που πάει με όλα.
Σε μία κανονική χώρα, με κανονική πολιτική και κανονικούς ψηφοφόρους, τα πράγματα θα ήταν πλέον σαφή. Υπάρχουν τρία ξεχωριστά πεδία ευθύνης. Πρώτα η ευθύνη των σιδηροδρομικών που δεν έκαναν σωστά την δουλειά που τους είχε ανατεθεί. Δεν αποτελεί δικαιολογία το αν λειτουργούσε ή δεν λειτουργούσε η τηλεδιοίκηση. Ο Κανονισμός εξασφαλίζει την κυκλοφορία και χωρίς τηλεδιοίκηση, αρκεί να εφαρμόζεται. Οι ίδιοι, για την υπεράσπισή τους, μπορούν να πουν ό,τι νομίζουν. Αλλά οι πολιτικοί που προσπαθούν να φορτώσουν στους αντιπάλους τον σταθμάρχη που δεν ήξερε να βάλει ένα τρένο στη σωστή γραμμή και τον άλλο που έφυγε νωρίς για να αγοράσει πιτόγυρα, είναι απλώς άθλιοι.
Μετά, υπάρχει η ευθύνη εκείνων που πρώτα όφειλαν να προστατεύσουν την εγκατεστημένη από το 2003 τηλεδιοίκηση από την λεηλασία και αργότερα να εποπτεύουν την εφαρμογή της σύμβασης 717. Θα ήταν αστείο εάν δεν ήταν τραγικό, Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ να φορτώνουν τις ευθύνες οι μεν στους δε για μία σύμβαση που υπογράφηκε το 2014 και έπρεπε να εκτελεσθεί σε δύο χρόνια. Και οι δύο κυβέρνησαν περισσότερο από την διετία, συνεπώς είχαν αρκετό χρόνο στη διάθεσή τους ακόμη και εάν έπρεπε να αρχίσουν από το μηδέν.
Και τέλος, σε ένα άλλο επίπεδο, υπάρχει η ευθύνη όλων των μεταπολεμικών κυβερνήσεων που αντιμετώπισαν τον σιδηρόδρομο ως αποπαίδι με το οποίο ήθελαν να έχουν μόνο τυπικές σχέσεις. Στο ελληνικό δίκτυο, ήδη το δεύτερο αραιότερο στην Ευρώπη, έγιναν μόνο όσα δεν μπορούσαν να μην γίνουν. Αποκαταστάθηκαν οι εκτεταμένες καταστροφές που προκάλεσαν οι κατακτητές κατά την αποχώρησή τους, χάρις σε εποποιία του Στρατού και αφοσιωμένων σιδηροδρομικών, τον καιρό που οι σιδηροδρομικοί ήταν σιδηροδρομικοί και δεν ντρέπονταν να φοράνε στολή. Αλλά εκεί σταμάτησαν όλα. Το γιατί αποτελεί θέμα μεγάλη συζήτησης που δεν εξαντλείται σε αυτές τις γραμμές αλλά οι συνέπειες υπήρξαν αναμφισβήτητες. Όσο μεγάλωνε η απόσταση της οδικής υποδομής από την σιδηροδρομική, τόσο μειωνόταν το μεταφορικό έργο του τρένου. Και αυτό με τη σειρά του, αποτελούσε αιτία ή πρόφαση ώστε να αραιώνουν δρομολόγια, να κλείνουν γραμμές και να παραλείπεται η συντήρηση του δικτύου.
Είναι κακομοιριά να συζητάμε εάν η τηλεδιοίκηση στα 519 χιλιόμετρα της γραμμής Αθήνα - Θεσσαλονίκη θα αναταχθεί σε πέντε ή δέκα μήνες. Κεντρικό πολιτικό ζήτημα έπρεπε να αποτελεί το εθνικό σχέδιο για τον σιδηρόδρομο. Πώς θα αποκατασταθεί το δίκτυο στην Βόρεια Ελλάδα, στην Πελοπόννησο, στην Θεσσαλία, πότε θα γίνει η σιδηροδρομική Εγνατία, πώς θα προχωρήσουν οι συνδέσεις με τα λιμάνια, πώς θα ξανακερδίσουμε τον χαμένο χρόνο. Ακούσατε κάτι τέτοιο στις «κοκορομαχίες»; Δεν σας ξέφυγε. Δεν τους ενδιαφέρει. Οι εκλογές μόνο να περάσουν…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 02.04.2023