ΑΠΟΨΕΙΣ

Τα μνήματα και οι ζωντανοί

 02/01/2025 14:00

Η επέτειος του θανάτου του πατέρα μου είναι στις 23 Δεκεμβρίου. Κάθε χρόνο έχω τόσες δουλειές που με πιάνει απίστευτο άγχος να πάω στην Ευαγγελίστρια να του πω τα νέα της χρονιάς. Φέτος, πρόλαβα το άγχος μου και πήγα μία μέρα νωρίτερα, την Κυριακή.

Όπως λέει η μαμά μου τα μνήματα της Ευαγγελίστριας είναι νεκρά μνήματα. Τώρα πώς γίνεται να είναι ζωντανά τα άλλα, είναι μία άλλη ιστορία. Μάλλον εννοεί ότι δεν γίνονται πλέον ταφές εκεί, και δεν υπάρχει φρέσκια οδύνη. Η αλήθεια είναι ότι η ετήσια βόλτα στον μπαμπά μου με ηρεμεί και με φέρνει στα ίσια μου. Τι εννοώ; Αποτελεί ένα χρονικό σημείο αναφοράς για μένα, όπου κάνω την ανασκόπηση της χρονιάς που πέρασε. Του τα λέω όλα. Επιλέγω μάλλον αυτά για το οποία θα ήταν περήφανος.

Κάθε φορά ανεβαίνω την ανηφόρα από τα πανεπιστήμια λίγο φορτισμένη, ακούγοντας κάποιο τραγούδι στο Spotify. Όταν φτάνω στην ανηφόρα που βρίσκεται ο πατέρας μου τις περισσότερες φορές είμαι λίγο βουρκωμένη. Ποτέ δεν σχεδιάζω τι θα του πω. Και κάθε φορά εκπλήσσομαι με αυτά που λέω. (Εννοώ πως καλά τα πάω γενικά).

Φτάνω, λοιπόν, και φέτος και για κάποιον περίεργο λόγο δεν είμαι βουρκωμένη. Δύο τάφους πριν τον πατέρα μου βλέπω έναν γνωστό μου με ένα παιδάκι. «Τι κάνεις εδώ;» μου λέει. Του εξηγώ πως ήρθα στο μπαμπά μου. «Κι εγώ ήρθα να δω τη μαμά και τον μπαμπά μου», μου λέει. «Έλα Σωτήρη να δούμε τον μπαμπά της Σύνθιας». Έχω μείνει, καθώς τους βλέπω να πλησιάζουν τον τάφο του μπαμπά μου. Αφήνω το αλεξανδρινό που έχω φέρει. «Πες μας δύο λόγια για τον μπαμπά σου», μου λέει ο άντρας. Κολλάω. Τι να πρωτοπώ. Πουλούσε καφέδες για να σπουδάσει, ήταν γιατρός, δίδασκε στο πανεπιστήμιο, έσωζε ζωές, τον χάσαμε πολύ νωρίς, δεν χάρηκε τίποτα στη ζωή του. Ο άντρας δεν σχολιάζει τίποτα. «Έλα Σωτήρη να πεις μία προσευχή για τον μπαμπά της Σύνθιας», λέει. Το παιδάκι με ένα λαμπρό χαμόγελο (είναι έξι χρονών, όπως μου είπε), σκέφτεται λίγο και αρχίζει να λέει το πάτερ ημών. Η στιγμή έχει και πάλι μία μαγεία, σαν να παίζω σε ταινία. «Είσαι καλά», με ρωτάει ο άντρας, και μόλις απαντήσω «ναι», λέει στον Σωτήρη να μου κάνει μία αγκαλιά. Το παιδάκι με αγκαλιάζει και μετά ο μπαμπάς του μου λέει «Τώρα φεύγουμε να σε αφήσουμε με τον μπαμπά σου». Τους ευχαριστώ και φεύγουν.

Μένω μόνη μου με τον μπαμπά μου και τους υπόλοιπους γιους, κόρες, μαμάδες και μπαμπάδες που βρίσκονται εκεί, στα νεκρά μνήματα. Είμαι απολύτως ζωντανή και μετά την αρχική μου αμηχανία λέω στον μπαμπά μου ότι έχει δισέγγονη και ότι έφυγε, για να τον βρει η Θεία Μαίρη. Τίποτα άλλο.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 29.12.2024