Διευθέτηση χρόνου εργασίας: Περί ατολμίας ο λόγος...
Από την άνοιξη, ακόμα, του 2020 απασχολεί τον γράφοντα η ανάγκη απλοποίησης, διεύρυνσης, εξορθολογισμού και ουσιαστικής αξιοποίησης του θεσμού της διευθέτησης του χρόνου εργασίας. Για την αντιμετώπισή της απαιτείτο μια απλοποιημένη νομοθετική ρύθμιση. Η σχετική πρόταση (κατά τα πρότυπα της Γερμανίας και Κύπρου-που επιτυχώς αξιοποιούν τον θεσμό) θα λειτουργούσε, αναμφίβολα, προς όφελος εργαζομένων και επιχειρήσεων. Ο αμέσως προηγούμενος εργασιακός νόμος αναμόρφωσε τη σχετική ρύθμιση επιδεικνύοντας προφανή ατολμία αποφεύγοντας αξιομνημόνευτες μεταρρυθμίσεις. Και τούτο γιατί, κατά τον τότε Υπουργό Εργασίας, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα στον εργαζόμενο να ζητήσει (:μόνον εκείνος!!!) διευθέτηση ...«για να μαζέψει τις ελιές του»(!!!). Ο πρόσφατος εργασιακός νόμος (:ν. 5053/2023) εξορθολόγισε περαιτέρω το θεσμό, θεσπίζοντας τη μόνη λογική προϋπόθεση για την εφαρμογή της: τη συμφωνία εργαζόμενου και επιχείρησης. Δυστυχώς, και πάλι, άτολμα...
Τι Είναι Διευθέτηση Του Χρόνου Εργασίας;
Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας συνιστά περίπτωση επιτρεπτού συμψηφισμού ωρών απασχόλησης. Ο συμψηφισμός αυτός είναι δυνατό να λάβει χώρα ανάμεσα στις αυξημένες ώρες (εργασίας) μιας χρονικής περιόδου, με τις μειωμένες μιας άλλης. Σημαντικό να σημειωθεί πως, παρά τις αυξομειώσεις των ωρών απασχόλησης στις επιμέρους περιόδους, ο μισθός παραμένει ο ίδιος σε κάθε χρονική περίοδο.
Θα ισούται, σε κάθε περίπτωση, με την αμοιβή για εργασία σαράντα 40 ωρών/εβδομάδα-εφόσον στην επιχείρηση ισχύει το συγκεκριμένο ωράριο. Κι αν το εβδομαδιαίο ωράριο είναι μικρότερο από 40 ώρες, η αμοιβή που θα καταβάλλεται κατά την περίοδο της διευθέτησης θα είναι ίση με την αμοιβή που προβλέπεται για το εβδομαδιαίο, αυτό, ωράριο.
Συστήματα Διευθέτησης
Ο τρόπος διευθέτησης καθορίζεται από το νόμο. Οι πρόσφατες νομοθετικές αλλαγές δεν μετέβαλλαν το, ήδη υφιστάμενο- διττό σύστημα διευθέτησης. Είχαμε, ωστόσο, προσθήκη κι ενός πρόσθετου.
Το Διττό Σύστημα Διευθέτησης
Η υπερεικοσαετής σε αχρησία, κατά τα κατωτέρω, ρύθμιση προβλέπει ένα διττό σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας σε επιχειρήσεις, στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο έως 40h/εβδομαδιαίως. Τούτο σημαίνει ότι η συμφωνία για τη διευθέτηση είναι δυνατό να λάβει χώρα μέσα στα χρονικά όρια που προσδιορίζει κάθε μία από τις ακόλουθες εναλλακτικές:
(α) Πρώτη εναλλακτική: Ο εργαζόμενος είναι δυνατό να απασχολείται μέχρι και δύο ώρες επιπλέον του συμβατικού του ωραρίου για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο (:περίοδος αυξημένης απασχόλησης). Οι επιπλέον ώρες της αυξημένης απασχόλησης αφαιρούνται από άλλη χρονική περίοδο (:περίοδος μειωμένης απασχόλησης). Κατά την τελευταία, αυτή, χρονική περίοδο, ο εργαζόμενος θα απασχολείται λιγότερες ώρες από το συμβατικό του ωράριο ή θα λαμβάνει ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή θα απολαμβάνει συνδυασμό τους. Η περίοδος αναφοράς (αυξημένης και μειωμένης απασχόλησης), μολονότι επιλέγεται ελεύθερα, δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες σε διάστημα δώδεκα (12) μηνών.
(β) Δεύτερη εναλλακτική: Υφίσταται δυνατότητα κατανομής 256 ωρών εργασίας, εντός ενός ημερολογιακού έτους, σε περιόδους αυξημένης εργασίας που δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις 32 εβδομάδες ετησίως (:οκτώ μήνες) και τις δέκα ώρες την ημέρα. Κατά το εναπομείναν διάστημα έως τη συμπλήρωση έτους, ο εργαζόμενος έχει μειωμένη, αντίστοιχα, απασχόληση. Αντί μειωμένων ωρών εργασίας -και προς αντιστάθμιση των πρόσθετων ωρών που εργάσθηκε κατά την περίοδο αυξημένου ωραρίου- ο εργαζόμενος είναι δυνατό να λαμβάνει ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή ανάλογη προσαύξηση της ετήσιας άδειας με αποδοχές ή συνδυασμό μειωμένων ωρών και ημερών αναπαύσεως ή ημερών αδείας.
Κοινές Ρυθμίσεις
Και στα δύο, ανωτέρω, δύο συστήματα διευθέτησης:
(α) Οι προστατευτικές διατάξεις για το χρόνο υποχρεωτικής ανάπαυσης των εργαζομένων έχουν πλήρη εφαρμογή και κατά την περίοδο της αυξημένης απασχόλησης.
(β) Ο μέσος όρος εβδομαδιαίας εργασίας κατά την περίοδο αναφοράς (6μηνο ή έτος) παραμένει στις σαράντα 40 ώρες/εβδομάδα. (Κι εφόσον εφαρμόζεται μικρότερο συμβατικό ωράριο ο μέσος εβδομαδιαίος όρος δεν μπορεί να το υπερβαίνει). Παράλληλα, αν συνυπολογιστούν οι ώρες υπερεργασίας ή υπερωριακής απασχόλησης (που, ενδεχομένως, λάβουν χώρα κατά την περίοδο μειωμένης απασχόλησης), ο μέσος όρος δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει τις 48 ώρες/εβδομάδα.
(γ) Ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον αυτής εργασίας, αν δεν είναι σε θέση να την εκτελέσει και η άρνησή του δεν είναι αντίθετη με την καλή πίστη. Αυτή η άρνηση του εργαζομένου για την επιπλέον εργασία δεν μπορεί να συνιστά λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του.
(δ) Αν η σύμβαση εργασίας λυθεί πριν την ολοκλήρωση του συστήματος διευθέτησης, τότε εφόσον ο εργαζόμενος δεν παρείχε μειωμένη απασχόληση, θα αμειφθεί για την περίοδο της αυξημένης απασχόλησής του βάσει των ρυθμίσεων για την υπέρβαση των χρονικών ορίων εργασίας.
(ε) Το σύστημα διευθέτησης είναι δυνατό να εφαρμόζεται, επίσης, στις εποχιακές επιχειρήσεις αλλά και σε εργαζομένους με σύμβαση εργασίας διάρκειας μικρότερης του ενός έτους.
Το (Τρίτο) Σύστημα Του Ν. 4808/2021
Ο ν. 4808/2021 φαίνεται πως («ησύχως») εισήγαγε ένα πρόσθετο σύστημα διευθέτησης του χρόνου απασχόλησης: «Στο πλαίσιο διευθέτησης του χρόνου εργασίας του άρθρου 192, ως πλήρης απασχόληση νοείται και η εργασία 4 ημερών εβδομαδιαίως». Προβλέφθηκε, με άλλα λόγια, η δυνατότητα κατανομής του πλήρους εβδομαδιαίου ωραρίου σε 4 ημέρες απασχόλησης και για 10 ώρες ημερησίως.
Για το σχετικό σύστημα διατυπώθηκαν προβληματισμοί. Μεταξύ άλλων και της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής των Ελλήνων.
Δικαιούχοι Καθορισμού Συστήματος Διευθέτησης
Ο πρόσφατος εργασιακός νόμος (:ν. 5053/2023) αντιμετώπισε τις λογικές ανακολουθίες των προγενέστερων που απαιτούσαν, ύπαρξη και συμφωνία συνδικαλιστικής οργάνωσης για την εφαρμογή της ή, εναλλακτικά, αίτημα (μόνον) του εργαζόμενου. Προέβλεψε, συγκεκριμένα, πως: «εάν δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση ή δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης και του εργοδότη, μπορεί να εφαρμοσθεί το σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, μετά από έγγραφη συμφωνία του εργοδότη με τον εργαζόμενο». Προβλέφθηκε, παράλληλα, πως «απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας για τον λόγο ότι ο εργαζόμενος δεν συναίνεσε σε διευθέτηση του χρόνου εργασίας.».
Με την σχετική αναμόρφωση της ρύθμισης για την, έστω επικουρική, δυνατότητα ατομικής διευθέτησης, ο νομοθέτης αποσκοπεί στην αντιμετώπιση της ανάγκης διευκόλυνσης της αξιοποίησης του συστήματος της διευθέτησης του χρόνου εργασίας από εργαζόμενους και εργοδότες. Σε κάθε περίπτωση: η πρόβλεψη για έγγραφη συμφωνία (χωρίς προηγούμενο αίτημα του εργαζομένου) είναι, προφανώς, διευκολυντική, ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αλλά και στις ανάγκες του εργαζομένου και επιχείρησης.
Η διευθέτηση του χρόνου απασχόλησης δεν αποτελεί εφεύρημα της ελληνικής έννομης τάξης. Η βασική ρύθμιση που σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τουλάχιστον, ισχύει (κι η αντίστοιχη που έχει προταθεί από τον γράφοντα) προβλέπει τον προσδιορισμό του ακριβούς πλαισίου της από τους άμεσα ενδιαφερόμενους: την επιχείρηση και τον εργαζόμενο. Ας τους εμπιστευτούμε! Η (πάντοτε παρούσα στην ελληνική έννομη τάξη) υπερρύθμιση βοηθά, σε κάθε περίπτωση, τους επαΐοντες, τους φερόμενους ως επαΐοντες και, προδήλως, εμάς τους δικηγόρους.
Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι όμως;