Γιατί πήγε ο Τσίπρας στην Τουρκία;
Οι κύριοι Τσίπρας και Κοτζιάς υποθήκευσαν το μέλλον της Μακεδονίας με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Οι προϋποθέσεις για γεωπολιτικές αλλαγές στην περιοχή, αν και όταν θελήσουν να τις κάνουν οι δυνάμεις, έχουν τεθεί. Η Συμφωνία δίνει όλα τα περιθώρια.
Το τραγικό, χωρίς το μεγαλείο που έχουν οι τραγωδίες, είναι ότι ο κ. Τσίπρας επιχαίρει για τη συμφωνία, διότι η αναγνώριση της γειτονικής χώρας, με όσα περιλαμβάνει η συμφωνία, ήταν ένα διαχρονικό αίτημα της κομμουνιστικής αριστεράς και πιστεύει πως αυτό του δίνει τη νομιμοποίηση του χώρου, τον οποίο θέλει να εκφράσει. Σε μια στιγμή που η άκριτη αποδοχή και υλοποίηση των υποδείξεων από Βερολίνο και Ουάσιγκτον έχουν δημιουργήσει αμφιβολίες σε δυνάμεις του χώρου του, οι οποίες δεν είναι τόσο ευεπίφορες στα ιδεολογήματα του μεσοπολεμικού κομμουνιστικού διεθνισμού. Και στέκονται κριτικά, ακόμη, και στην τυφλή παγκοσμιοποίηση.
Το βλέμμα και η έγνοια του κ. Τσίπρα είναι οι βουλευτικές εκλογές. Αυτές σκέφτεται, και οι κινήσεις του εκεί αποβλέπουν.
Χρησιμοποιώντας ένα προπαγανδιστικό δίκτυο, πιστεύει πως θα καταφέρει να περάσει ως επιτυχίες και στο εσωτερικό τις «λύσεις» στις διμερείς σχέσεις της χώρας, για τις οποίες οι δυτικές δυνάμεις τον ευλογούν. Αυτήν τη στιγμή ο κ. Τσίπρας απολαμβάνει μιας αναγνώρισης στις δυτικές πρωτεύουσες ακριβώς αντίθετη από τις εντυπώσεις που δημιούργησε στο εσωτερικό.
Επόμενη προγραμματισμένη κίνησή του επρόκειτο να είναι οι σχέσεις με την Αλβανία, κάτι για το οποίο μας προϊδέασε ο πρώην υπουργός εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς. Εμπόδιο στην προσπάθεια εκείνη στάθηκε ο πρόεδρος της Αλβανίας Ιλίρ Μέτα.
Για να γίνουν αντιληπτές οι δυσκολίες αυτής της σχέσης, υπενθυμίζω πως επί Σημίτη η Αθήνα θέλησε να δώσει μια λύση στην υπόθεση των τσάμηδων, αλλά το τίμημα ήταν τόσο υψηλό, που η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε.
Δεν μπορεί να γνωρίζει κανείς τι διημείφθη πίσω από τις κλειστές πόρτες μεταξύ Τσίπρα και Ερντογάν. Αλλά, αυτήν την περίοδο ο ένας έχει ανάγκη τον άλλο. Ο κ. Τσίπρας ζητάει κάποια κίνηση που θα τον διευκολύνει ενόψει της εκλογικής αναμέτρησης. Ο κ. Ερντογάν βρίσκεται σε ακόμη δυσκολότερη θέση. Η οικονομία του δεν πάει καλά και στην Ουάσιγκτον τα κέντρα που στήριξαν την εκλογή του και την πολιτική του τα πρώτα χρόνια έχουν μεταστραφεί εναντίον του. Δεν αποκλείεται να έχει την τύχη του Μαδούρο.
Έτσι, λοιπόν, για να αποφύγει ο κ. Τσίπρας κάποιο καταστρεπτικό θερμό επεισόδιο, ανακοινώνεται η επανέναρξη των συνομιλιών για τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης σε επίπεδο γενικών γραμματέων των υπουργείων Εξωτερικών, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και η υφαλοκρηπίδα, αν και η εντύπωση που υπάρχει είναι ότι η σχετική συζήτηση για την υφαλοκρηπίδα έκλεισε όταν διαπραγματεύθηκε το θέμα ο κ. Αποστολίδης και επελέγη η φόρμουλα της φυσαρμόνικας. Δεν αποκλείεται να γίνουν εκατέρωθεν υποχωρήσεις, για πολιτικούς λόγους.
Η δεύτερη κίνηση είναι η ανακοίνωση για συνομιλίες των δύο υπουργών Άμυνας, η οποία προβλήθηκε ως πολύ σημαντική με την υπογράμμιση της σχέσης που ανέπτυξαν οι κύριοι Αποστολάκης και Ακάρ ως αρχηγοί ΓΕΕΘΑ. Υπάρχουν δύο σχετικές επιφυλάξεις. Η τουρκική πολιτική δεν επηρεάζεται από τον παράγοντα των προσωπικών σχέσεων. Η δεύτερη, και πιο σημαντική, ότι δεν είναι θετικό συνομιλίες τέτοιας μορφής να διεξάγονται σε υψηλό επίπεδο. Αν αποτύχουν, τι θα γίνει;
Σκεπτικισμό, επίσης, δημιουργούν ως προς το τι, ακριβώς, εννοούν οι δύο ηγέτες με τις αναφορές τους στο κυπριακό. Ο κ. Ερντογάν μίλησε για πολιτική ισότητα. Ο κ. Τσίπρας για ομοσπονδιακή λύση.
Επί της ουσίας τίποτε σοβαρό δεν θα προκύψει από την επίσκεψη, αν και διαρροές διπλωματικών κύκλων θέλησαν να τονίσουν την επανεκκίνηση της «θετικής ατζέντας». Ως θετική ατζέντα νοείται η ενασχόληση με ζητήματα χαμηλής πολιτικής αν και τα ζητήματα αυτά μπορούσαν να προσεγγισθούν σε επίπεδο υπηρεσιακών παραγόντων.
Η Ελλάδα εμμένει στο διεθνές δίκαιο, η Τουρκία προβάλλει σκληρή ισχύ. Η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτε, η Τουρκία αμφισβητεί τη Λοζάνη και το διεθνές δίκαιο.
Τέλος, ο κ. Τσίπρας ακολουθεί τη νέα τακτική της κινητικότητας που επέβαλε ο κ. Κοτζιάς. Χωρίς πείρα και γνώση, με ιδεοληψίες και επιπολαιότητα ανοίγουν ζητήματα επικίνδυνα για την ασφάλεια και τα συμφέροντα της χώρας. Έχουν εγκαταλείψει το δόγμα Μολυβιάτη: σπεύδε βραδέως.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10 Φεβρουαρίου 2019