Η Ευρώπη γυμνή
Διεθνολόγοι, πολεμολόγοι, οικονομολόγοι και στρατιωτικοί κατέκλυσαν τις οθόνες (οι περισσότεροι αναμασώντας γνωστές πληροφορίες), όπως άλλωστε γίνεται κάθε φορά που μια δυσμενής συνθήκη γιγαντώνεται και εξελίσσεται σε κρίση.
Και εάν πράγματι ισχύει η ιαπωνική εκδοχή της λέξης «κρίση», η συνύπαρξη των εννοιών του κινδύνου και της ευκαιρίας ταυτοχρόνως, σε τούτο τον όλεθρο που παρακολουθούμε, σίγουρα δεν υπάρχει κάποια ορατή ευκαιρία, τουλάχιστον για τους λαούς και την παγκόσμια ειρήνη. Ο φόβος και η ανησυχία μεγαλώνουν, μέρα τη μέρα, και όλοι προσαρμοζόμαστε, με μνημειώδη ταχύτητα και σχεδόν αμαχητί, στην πραγματικότητα μιας καινούργιας δυστοπίας, αυτή τη φορά όχι κάποιας βιοτεχνολογικής ύβρεως ή μιας περιβαλλοντικής κατάρρευσης, αλλά της αναίρεσης των βασικών μεταπολεμικών δεδομένων που θεωρούσαμε «κεκτημένα».
Εμείς, εδώ, στην προνομιούχα γηραιά Ήπειρο εκτιμούσαμε ως δεδομένο ότι, τα σύνορα είναι απαραβίαστα και ότι, πόλεμος στην Ευρώπη δεν γίνεται. Οι πόλεμοι αφορούν κάποιους τριτοκοσμικούς, κάπου αλλού, σε κάποιον άλλον πλανήτη. Κλείνοντας τα μάτια σε όσα έχουν προηγηθεί.
Γιατί, πέρασαν δεκαετίες από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και συνηθίσαμε, μιμούμενοι τους φρουρούς της παγκόσμιας νομιμότητας, να την αντιμετωπίζουμε ως ένα θέμα τοπικής διαφοράς ( η πολιτισμένη Ευρώπη συνδράμει πάντα αρμοδίως, λησμονώντας Αρχές, Συνθήκες και Ηθική) και η πρώην Γιουγκοσλαβία είναι, πώς να το πούμε, βαλκάνια ( η ίδια η Ευρώπη αποφασίζει, κατά περίπτωση, πού βρίσκονται τα όρια της επικράτειας και του ενδιαφέροντός της). Όσο για τις ασιατικές και αφρικανικές εστίες πολέμου, είναι πολύ μακριά σε απόσταση (νομίζουμε) και αφορούν σε χώρες με τρόπο ζωής πολύ διαφορετικό από τον δικό μας, για να μας συγκινήσουν. Ας θυμηθούμε πως αντιμετωπίζαμε τους μετανάστες της Συρίας. Τις λέξεις που χρησιμοποιούσαμε: προώθηση, απώθηση, στρατόπεδα, χοτ σποτ. Επί χρόνια εκκενώνονται σχεδόν ολόκληρες χώρες στην Μέση Ανατολή και η πολιτισμένη Δύση, όλοι εμείς, ασχολούμαστε με δυσθυμία για τα αποτελέσματα (ποτέ για τις αιτίες) των συρράξεων, χωρίς να γνωρίζουμε ούτε τι πόλεμος είναι, για παράδειγμα αυτός της Συρίας, ούτε ποιοι μάχονται, ούτε τι αλλάζει στη γεωπολιτική σφαίρα.
Μιλάμε για τους πρόσφυγες χωρίς να ξέρουμε από πού έρχονται, πόσοι ακολουθούν. Χωρίς να ενδιαφερόμαστε για τις πόλεις τους και τον ξεριζωμό τους. Μοναδικός μας στόχος να παραμείνουν κατά εκατομμύρια στα στρατόπεδα της Τουρκίας. Κι ας είναι για όλη τους τη ζωή.
Αρκεί να μην τους αντιμετωπίζουμε, γιατί κινδυνεύουμε να μάθουμε ότι η Βασόρα δεν ήταν κατασκευή της φαντασίας του Γκάτσου, αλλά είναι μια βομβαρδισμένη πόλη στο Ιράκ και το Χαλέπι δεν ήταν τουριστικός προορισμός ως μία από τις αρχαιότερες πόλεις του κόσμου, αλλά μια ισοπεδωμένη πολιτεία εκατομμυρίων ψυχών. Πόλεμοι στο Ιράκ και στη Συρία. Άγνωστοι, ή μάλλον, περιορισμένου ενδιαφέροντος.
Γκούγκλαρα λοιπόν τις αποστάσεις. Πιστεύω ότι το κινητό μου δεν κάνει λάθη (αδύνατον να κάνει λάθη, δεν είναι άνθρωπος). Θεσσαλονίκη - Χαλέπι 1791 χλμ. Θεσσαλονίκη – Μαριούπολη 1884 χλμ. Τόσο μικρός είναι ο κόσμος μας των αδιάλειπτων, εντέλει, πολέμων, τόσο ανεπίδεκτη μάθησης η γενιά μας από την καταστροφή των παγκοσμίων, τόσο επιλεκτικό το ενδιαφέρον μας και τόσο ανελέητη η αδιαφορία μας. Ημών, των πολιτισμένων.
Κατά περίπτωση ευαισθησία, ασύγγνωστη έλλειψη προετοιμασίας και διεθνούς αντίδρασης, αδυναμία των κοινωνιών να απαιτήσουμε Ειρήνη. Μέχρι που ήρθε η φωτιά κοντά στην αυλή μας, ή, τέλος πάντων, αυτό που θεωρούμε αυλή μας. Στρατηγικά, αμυντικά, ενεργειακά και, εν τέλει, πολιτισμικά, η Ευρώπη αποδεικνύεται γυμνή και απροετοίμαστη. Γιατί, έμεινε άπραγη και άβουλη όταν οι πύραυλοι έσκαγαν, ο ένας μετά τον άλλον, σε παρακείμενα εδάφη. Γιατί ποτέ δε συγκρότησε δική της εξωτερική πολιτική. Αλλά, ούτε ενεργειακή. Πέραν των άλλων, εδώ υπάρχει και ένα μείζον πρόβλημα Δημοκρατίας. Μια Ένωση στην οποία αποθέτουν κράτη και λαοί εμπιστοσύνη για μια κοινή μοίρα ειρήνης και προόδου, αποτελούμενη από δαιδαλώδεις θεσμούς και διαδικασίες λειτουργίας, με ύπατους, με επιτρόπους, με Κοινοβούλια και Συμβούλια, με αυστηρές, υποτίθεται, αρχές προγραμματισμών, απολογισμών και εκτιμήσεων κινδύνων, μέσα σε τρείς εβδομάδες πολέμου, συρρικνώθηκε, έχασε τη λάμψη της και αναζητά, αμήχανα, τρόπο αντίδρασης. Από αυστηρός κριτής με προτεταμένο δάκτυλο, έμεινε φοβισμένη να αναζητά υπερατλαντική καθοδήγηση.
Και ερωτώ: για αυτήν την παταγώδη αποτυχία στα ενεργειακά, ποιος θα απολογηθεί; Για αυτήν την εξωφρενική αδυναμία να διαχειριστεί ειρηνικά μια σοβούσα, για χρόνια, κρίση, στην κοντινή της αυλή, ποιος θα δώσει λογαριασμό; Η καινούργια αρχιτεκτονική ασφάλειας, δεν μπορεί να αφορά μόνον στους εξοπλισμούς. Πρώτα και κύρια αφορά στους θεσμούς και τη λειτουργία της Δημοκρατίας. Της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας.
ΤΑ «ΟΠΛΑ» ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Η Τουρκία, μέχρι στιγμής, παίζει σε ανώτερες πίστες και με τρόπους σύνθετους. Κέρδη και ζημίες θα υπολογιστούν μετά το τέλος της σύρραξης και της ανακατανομής ισχύος. Κοινή τοποθέτηση όσων θέλουν να βρουν μια εύκολη απάντηση στην ιδιαίτερη αντιμετώπιση που χαίρει η γείτονα από ΗΠΑ, Ευρώπη, Ουκρανία και Ρωσία ταυτοχρόνως, είναι ότι πρόκειται για μια σημαντική περιφερειακή δύναμη με γεωπολιτικό ενδιαφέρον. Ουδείς το αμφισβητεί. Αυτό ακριβώς το γνωρίζει και η ίδια και το αξιοποιεί. «Ο καθείς και τα όπλα του». Η Ελλάδα, μικρή σε μέγεθος, ακόμα μικρότερη σε πληθυσμό, με σημαντική γεωπολιτική σημασία και με τεράστια, μοναδική Ιστορία και πολιτισμό, θα έπρεπε να έχει το δικό της ξεχωριστό οπλοστάσιο. Λέγεται ότι ο Πούτιν περίμενε να τελειώσουν οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες και μετά να επιτεθεί. Αν η Ελλάδα αξιολογούσε τη σημασία της Ολυμπιακής Εκεχειρίας, θα έπρεπε να έχει ενσωματώσει στην εξωτερική της πολιτική, όλα όσα ευαισθητοποιούν ακόμα και τους πιο στυγνούς πολιτικούς, να έχει αναδειχθεί ως ο τόπος όπου πρέπει να διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις Ειρήνης για τις συρράξεις όλου του κόσμου. Κάποιος ναύαρχος στην τηλεόραση αναρωτήθηκε εάν θα μπορούσε η Ελλάδα, ως ορθόδοξη χώρα, να εργαστεί στην παρούσα κρίση για ειρηνευτικές συναντήσεις υψηλού συμβολισμού. Ενδιαφέρον. Ολυμπία, Παρθενώνας, Άγιο Όρος… Ολυμπιακή Εκεχειρία, Δημοκρατία. Αλλά αυτά, χρειάζονται ηγεσίες που μπορούν να δουν πέρα από το λεκανοπέδιο. Χρειάζονται ευρυγώνια εθνική οπτική, που διαβάζει την ελληνική ταυτότητα ως μοναδική ιστορική δωρεά και την ελληνική Διασπορά ως γέφυρα συνομιλίας με όλες τις μεγάλες δυνάμεις του κόσμου. Που θα γνωρίζει τον μοναδικό ελληνισμό της Μαριούπολης. Που θα ανησυχεί για την μοίρα του, τουλάχιστον όσο ανησύχησε η Τουρκία για τους 80 ομογενείς της στο τζαμί. Που θα έχει υπολογίσει ότι η Μαριούπολη είναι λιμάνι της Αζοφικής και επιπλέον απέχει από τη Ρωσία λίγες δεκάδες χιλιόμετρα. Που θα συνεκτιμήσει ότι πέρα από τους 100.000 έλληνες στην Ουκρανία, στη συντριπτική πλειοψηφία στις αυτόνομες περιοχές, υπάρχουν και άλλοι 150.000 στην Ρωσία. «Κι όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει…»
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 20.03.2022