Και τώρα τι θα κάνουμε χωρίς τη ΔΕΘ;
Και να που έμελλε να το ζήσουμε κι αυτό. Σεπτέμβριος στη Θεσσαλονίκη, χωρίς Έκθεση. Κακά τα ψέματα. Η έκθεση για εμάς τους Θεσσαλονικείς, ήταν πολύ περισσότερο από αυτό καθ’ αυτό το γεγονός. Ήταν πρώτα από όλα το σήμα ότι τελείωσε το καλοκαίρι και πως μπαίνουμε πλέον σε ρυθμούς σκληρής δουλειάς για να πιάσουμε τους στόχους που έχει βάλει καθείς για τον εαυτό του.
Δεν ήταν όμως μόνο αυτό αλλά και κάτι ακόμη. Ήταν το δεκαήμερο που νιώθαμε ότι ζούσαμε στο επίκεντρο της χώρας, καθώς στη ΔΕΘ καθ’ όλην την διάρκεια της λειτουργίας της χτυπά η καρδιά της Ελλάδας κάνοντάς μας να νιώσουμε… πρωτευουσιάνοι. Εδώ η κυβέρνηση παρουσίαζε τον προγραμματισμό της για το δωδεκάμηνο και την οικονομική πολιτική που θα ακολουθούσε, εδώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης άρθρωναν την κριτική τους και τις εναλλακτικές τους προτάσεις, εδώ το συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζόμενων της χώρας διατύπωνε τα αιτήματα του, εδώ αναπτύσσονταν διεκδικήσεις από κινήματα κι επιμέρους οργανώσεις και συλλογικότητες.
Ήταν επίσης -το εμπορικό κομμάτι της διοργάνωσης- η δυνατότητα εταιρειών να παρουσιάσουν νέα-καινοτόμα προϊόντα, να μετρήσουν τον αντίκτυπό τους στους ανθρώπους στους οποίους αυτά απευθύνονται, να κλείσουν παραγγελίες και κάθε είδους συμφωνίες.
Τέλος, το δεκαήμερο της ΔΕΘ ήταν μία μεγάλη γιορτή για την πόλη. Χιλιάδες επισκέπτες, γεμάτα ξενοδοχεία, γεμάτα τα μαγαζιά, γεμάτοι δρόμοι, φωτεινά πρόσωπα, χαρούμενα, ευδιάθετα, επιδρούσαν καταλυτικά στην ατμόσφαιρα, παρασύροντας τους πάντες σε έναν ρυθμό ζωντάνιας και πανηγυριού.
Όλα αυτά ήταν η ΔΕΘ για τη Θεσσαλονίκη, αλλά και ό,τι ξεχωριστό ακόμη συμβόλιζε για τον καθένα και την κάθε οικογένεια ξεχωριστά (ακόμη θυμάμαι το λουκάνικο, το μαλλί της γριάς, το λούνα παρκ, τα πλαστικά παιχνίδια, την εντυπωσιακή κοσμοσυρροή). Το αποτύπωμα της ΔΕΘ στην πόλη και σε όλους τους Θεσσαλονικείς είναι απολύτως θετικό. Όσο κι αν η εικόνα αυτή σκιάστηκε αφενός από τις κρατικές μερσεντές που κουβαλούσαν τους κοστουμαρισμένους για ντόλτσε βίτα με δημόσιο χρήμα, προκαλώντας με την αλαζονεία και την επιδειξιομανία τους το περί δικαίου αίσθημα, και αφετέρου από την αστυνομοκρατία, την απαγόρευση της κυκλοφορίας, την οσμή των δακρυγόνων και την κατάληψη της πόλης από τα ΜΑΤ για να αποτραπεί η επαφή των διαδηλωτών με τους επισήμους.
*Στο πέρασμα των δεκαετιών, η ΔΕΘ έχει καταφέρει να αποκτήσει μία ταυτότητα που υπερβαίνει κατά πολύ αυτήν ενός εκθεσιακού φορέα, προσδίδοντας της χαρακτηριστικά πολιτικά, οικονομικά, πολιτιστικά, κοινωνικά.
Φέτος όλα αυτά θα μας λείψουν. Ήταν μία δύσκολη απόφαση αλλά απολύτως δικαιολογημένη. Με βάση τα τελευταία επιδημιολογικά δεδομένα, η ΔΕΘ έπρεπε να ακυρωθεί. Καμιά αμφιβολία επ’ αυτού. Απόλυτη προτεραιότητα είναι η δημόσια υγεία και η ανθρώπινη ζωή.
*Ωστόσο, ακύρωση της 85ης ΔΕΘ έχει συνέπειες. Πέρα από εμάς που θα χάσουμε τα πανηγύρια και το κλίμα της χαράς, υπάρχουν και πολλοί στην πόλη που θα δουν αρνητικές επιπτώσεις αυτής της εξέλιξης στην δουλειά τους και στις… τσέπες τους.
Οι εκθέτες θα χάσουν την ευκαιρία που αναζητούσαν για να συνάψουν συμφωνίες, οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με τα περίπτερα των εκθετών (κατασκευαστές, διακοσμητές, συνεργεία) θα απολέσουν ένα καλό έσοδο, εκατοντάδες νεαροί που θα έβρισκαν ένα καλοπληρωμένο δεκαπενθήμερο θα μείνουν ρέστοι. Στους χαμένους, επίσης μικροπωλητές, λεωφορειατζήδες, ξενοδόχοι, επιχειρηματίες καφέ και εστίασης, εργαζόμενοι στον επισιτισμό και όλοι όσοι εύρισκαν σε αυτό το δεκαήμερο υπερκινητικότητας, ένα καλό ή καλύτερο πρόσθετο έσοδο, από τα μπουζουξίδικα μέχρι τα κομμωτήρια και από τα ΤΑΧΙ μέχρι τα… ρουχάδικα του κέντρου της πόλης (δεν αναφέρομαι σε αυτήν καθ’ αυτήν τη ΔΕΘ ως εταιρεία που θα χάσει όλα τα προσδοκώμενα έσοδα από ενοικίαση χώρων, εισιτήρια, διαφημίσεις κ.λπ., καθώς αυτή ως ανήκουσα στο δημόσιο, θα τη βρει την άκρη).
*Η ζημιά -η τρύπα- στα οικονομικά έσοδα της Θεσσαλονίκης, θα είναι σημαντικότατη- για τα δεδομένα της πόλης. Σε συνδυασμό μάλιστα με τις επιπτώσεις του lockdown και της εξαφάνισης των τουριστών- επισκεπτών, θα αποβεί καταστροφική για εκατοντάδες επιχειρήσεις και χιλιάδες εργαζόμενους. Όπως προκύπτει από την έρευνα και τα ρεπορτάζ που δημοσιεύονται στο σημερινό φύλλο της «ΜτΚ», η ζημιά της πόλης ξεπερνά τα 50 εκατομμύρια χωρίς σε αυτά να περιλαμβάνονται δευτερογενή και τριτογενή ελλείμματα.
*Το γεγονός ότι πολλοί και διάφοροι φορείς της πόλης, θα ζητήσουν το κράτος να μεριμνήσει ώστε τμήμα της ζημιάς να καλυφθεί προκειμένου να αποφευχθούν καταστροφικά επακόλουθα για επιχειρήσεις και εργαζόμενους, είναι αναμενόμενο. Όπως αναμενόμενο είναι ότι από την πλευρά κυβερνητικών παραγόντων και αρμοδίων, θα ακουστούν πολλές υποσχέσεις και πολλά περισσότερα «αλίμονο», τα οποία φοβούμαι ότι δεν θα έχουν τη δέουσα συνέχεια επί του πρακτέου. Άλλωστε, πώς να διεκδικήσει κανείς πιεστικά και πειστικά, όταν γνωρίζει ότι η απόφαση για ματαίωση της φετινής ΔΕΘ ήταν αναγκαστική, καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα υπήρχε τεράστια διασπορά του κορονοϊού, με ολέθριες κι ανεπανόρθωτες επιπτώσεις.
*Θέλοντας να σώσουν ότι μπορεί να σωθεί από την καταστροφή που σημαίνει για την πόλη η ματαίωση της ΔΕΘ, οι ιθύνοντες αποφάσισαν να διατηρήσουν από τα χαρακτηριστικά της διοργάνωσης, το πολιτικό της σκέλος. Ήταν το μόνο, που με κατάλληλες προσαρμογές στις συνθήκες της πανδημίας, θα μπορούσε να… διασωθεί.
Και διασώζεται.
*Για δέκα ημέρες, η Θεσσαλονίκη θα βρίσκεται στο επίκεντρο, με πρωτοβουλίες και δράσεις σχετικά με τον απολογισμό της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού -την κριτική αποτίμηση- της χρονιάς που πέρασε και παρουσίασης των εξαγγελιών του Κυριάκου Μητσοτάκη για το επόμενο διάστημα. Εξαγγελιών, που λόγω των ειδικών συνθηκών που αντιμετωπίζει η χώρα, αποκτούν τεράστιο ενδιαφέρον ξεφεύγοντας από τα καθιερωμένα και τα συνηθισμένα. Στο αντίβαρο, ένας-ένας οι επικεφαλής των κομμάτων της αντιπολίτευσης, θα βρεθούν στην πόλη για να παρουσιάσουν την δική τους εκδοχή για όσα ζήσαμε και ζούμε και να αναπτύξουν την εναλλακτική προγραμματική τους πρόταση.
Όχι ότι όλη αυτή η ιστορία των καθημερινών γεγονότων -από τις 11 έως τις 20 Σεπτεμβρίου- θα έχει κάποιο μετρήσιμο και σπουδαίο όφελος για την πόλη, αλλά όλα αυτά αποτελούν μία αναγνώριση της διαδρομής της ΔΕΘ, ένα ελάχιστο δείγμα σεβασμού στους Θεσσαλονικείς και μία δημόσια έκφραση της πεποίθησης όλων των κομμάτων -κυβέρνησης και αντιπολίτευσης- ότι μόλις οι συνθήκες το επιτρέψουν, η ΔΕΘ θα ξαναβρεί τη θέση που της αξίζει στο ετήσιο καλεντάρι της χώρας και θα αποτελέσει τον σταθερό πόλο αναφοράς των οικονομικών δραστηριοτήτων της πόλης.
*Τώρα, αν οι τοπικοί άρχοντες, οι παραγωγικοί φορείς της πόλης και η κυβέρνηση, καταφέρουν να συνομολογήσουν σε ένα σχέδιο στήριξης της τοπικής οικονομίας που αξιοποιώντας όλους τους διαθέσιμους πόρους και ενεργοποιώντας όλα τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία προσφερθεί ώστε να μετριαστεί κάπως η ζημιά που θα υποστεί η οικονομική δραστηριότητα της πόλης, θα είναι ευχής έργον.
Το απαιτούμε -ως πόλη- και το περιμένουμε…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Αυγούστου 2020