Μέρκελ θα λέμε και θα κλαίμε
Οι μισές από τις ειδήσεις που καταφτάνουν στην Ελλάδα από τη Γερμανία αφορούν την αυξανόμενη δυσφορία των πολιτών για την Άγκελα Μέρκελ. Μήνες τώρα, όπου στήνονται κάλπες στο πολυδαίδαλο πολιτικό σύστημα διακυβέρνησης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, η Μέρκελ και το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα που ηγείται καταγράφουν μεγάλες απώλειες.
Είναι τόσο ραγδαία η πτωτική τροχιά και τόσο αρνητικά τα ποιοτικά στοιχεία των ερευνών της κοινής γνώμης, που ανάγκασαν την καγκελάριο να ξεκαθαρίσει ότι στο επικείμενο -τον επόμενο μήνα- συνέδριο του κόμματός της δεν πρόκειται να διεκδικήσει την επανεκλογή της, πράγμα που σημαίνει ότι η τρέχουσα θητεία της στην καγκελαρία είναι η τελευταία.
Τα αίτια και οι ερμηνείες του φαινομένου είναι δουλειά των γερμανών αναλυτών να τα αναζητήσουν.
Εγώ περιορίζομαι σε έναν προβληματισμό συγκριτικά με τα της χώρας μας.
Βλέπω ότι η Γερμανία ζει μια περίοδο διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης, με μηδενική ανεργία και υψηλό βιοτικό επίπεδο. Με πρωτοπόρα οργάνωση και εξαιρετική λειτουργία του κράτους και των δομών του.
Παρ’ όλα αυτά, η Μέρκελ -που εν πολλοίς είναι υπεύθυνη γι’ αυτά τα επιτεύγματα- ζει ημέρες προσωπικής.. Πομπηίας.
Βρίσκω τελείως απλοϊκή, επιφανειακή- και προφανώς εσφαλμένη- την προσέγγιση ότι οι γερμανοί πολίτες είναι αγνώμονες. «Η αγνωμοσύνη δεν είναι ίδιον της δικής μας φυλής, αλλά παγκόσμιο φαινόμενο», ισχυρίζονται οι θιασώτες αυτής της άποψης, αποδίδοντας σε αυτό το… κουσούρι των λαών την κατακρήμνιση της δημοτικότητας της Μέρκελ.
Κοντύτερα στην πραγματικότητα βρίσκω την ψυχολογική ερμηνεία του φαινομένου. Ο άνθρωπος έχει την τάση να θεωρεί ό,τι έχει ως δεδομένο, που δεν πρόκειται να χαθεί. Επιπρόσθετα, ό,τι του προσφέρεται συνεχώς, δεν το εκλαμβάνει ως χάρη ή προσφορά, αλλά ως δικαίωμά του και μάλιστα αναφαίρετο.
Παράλληλα, οι άνθρωποι είμαστε φτιαγμένοι να θέλουμε πάντα κάτι περισσότερο, κάτι καλύτερο, κάτι διαφορετικό από αυτό που έχουμε. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμή μας που σε μαζικό επίπεδο διαμορφώνει τις προϋποθέσεις της διαρκούς εξέλιξης. Γιατί λοιπόν απορούμε που οι Γερμανοί δεν βολεύονται με όσα έχουν και δεν φοβούνται μήπως ζητώντας περισσότερα βρεθούν στο κενό;
Μήπως κι εμείς παρομοίως δεν λειτουργούσαμε τα χρόνια που έβρεχε λεφτά στην Ελλάδα;
Θυμάστε το 1989; Το κλίμα των ημερών; Τις κασέτες -γνήσιες ή πειραγμένες- που έβγαιναν στα ερτζιανά; Τις δίκες που στήνονταν; Τους οξείς τόνους αντιπαράθεσης και τους βαρύτατους χαρακτηρισμούς; Ποιος 45άρης και πάνω δεν θυμάται τις λάσπες στον ανεμιστήρα, το δηλητήριο, τις σκευωρίες, τις απειλές.
Όπως και ποιος από όσους τα ζήσαμε δεν θυμάται το διχασμό που ακολούθησε; Τις τηλεοπτικές μεταδόσεις από το ειδικό δικαστήριο και το on camera ξεψύχισμα του Κουτσόγιωργα; Τις απειλές για αντεκδίκηση και το φαύλο κύκλο της βίας των αφισοκολλητών; Ε, λοιπόν, όλα δείχνουν πως οδεύουμε για ένα dejavu εκείνης της μαύρης εποχής, στο οποίο ό,τι ζήσαμε θα το ξαναζήσουμε, ενδεχομένως σε ακόμα πιο αποτροπιαστική βερσιόν.
Φοβάμαι ότι αυτά που θα ζήσουμε στην πορεία προς τις εκλογές θα σημαδέψουν την πολιτική ιστορία της χώρας μας για αρκετές δεκαετίες. Το σκηνικό στήνεται με μαεστρία. Εξεταστικές επιτροπές της Βουλής, έρευνες ελεγκτικών - διωκτικών και δικαστικών αρχών που, ώ του θαύματος, όλες θα καταλήξουν σε πορίσματα την επόμενη τριμηνία, ώστε να φτάσουμε στις κάλπες με δεκάδες υποψήφιους κατηγορούμενους.
Τι κι αν οι περισσότεροι απαλλαγούν με βουλεύματα στη συνέχεια, ή έχουν παραγραφτεί τα αδικήματά τους; Τι κι αν όσοι φτάσουν ως κατηγορούμενοι στα ακροατήρια κηρυχτούν αθώοι; Η δουλειά θα έχει γίνει. Άλλωστε δεν χρειαζόμαστε εξυγίανση ούτε δικαιοσύνη. Μας αρκούν οι κατηγορούμενοι και οι σπιλωμένοι, φτάνει να μην είναι δικοί μας, αλλά να ανήκουν στους… άλλους. Μέσα σε ένα έτσι διαμορφούμενο σκηνικό, δεν υπάρχει ούτε μια ελπίδα στο εκατομμύριο να υπάρξουν οι τόσο απαραίτητες συναινέσεις στα τρία κορυφαία θέματα που δεσπόζουν ή θα έπρεπε να δεσπόζουν στην επικαιρότητα το επόμενο διάστημα: η διαχείριση της επαπειλούμενης έντασης στα ελληνοτουρκικά και η συμφωνία των Πρεσπών, η πορεία της χώρας μετά την τυπική ολοκλήρωση των μνημονίων, η συνταγματική αναθεώρηση.
Κακά τα ψέματα. Δεν γίνεται τη μισή μέρα οι πολιτικοί μας να υβρίζονται, να αλληλοκατηγορούνται και να απειλούνται και το βραδάκι -μετά το πέρας των δελτίων ειδήσεων των καναλιών- να κάθονται χαλαρά σε ένα τραπέζι και να αναζητούν κοινούς τόπους και συνεννοήσεις. Τέτοιοι είναι οι πολιτικοί μας. Ίδιοι κι απαράλλαχτοι με εμάς που τους ψηφίζουμε…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ"