Ντε Γκρες και άλλες ονομασίες. Του Φανή Ουγγρίνη
Παράγινε η κολοκυθιά των προηγούμενων ημερών γύρω από το επίθετο των Παύλου και Νικόλαου. Για ορισμένους, ίσως πρέπει να απαγορευτούν δια νόμου επίθετα…ύποπτα, ξενικής προέλευσης ή κλασικά δικά μας, όπως Βασιλιάς, Δούκας, Προέδρου, Ρήγας, Προεστός, Στρατηγός, Κομνηνός, Παλαιολόγος, Αρχοντόπουλος και φυσικά…Δελαπατρίδης, μη τυχόν και ξαναπειληθεί η τάχα ευάλωτη δημοκρατία μας. Η κουβέντα για το…πρέπον επίθετο είναι επιεικώς γελοία, ο δε θόρυβος γύρω από την πολιτογράφηση αποτελεί ένδειξη προσχηματικού δημοκρατικού πνεύματος ή/και αδικαιολόγητης ανασφάλειας. Πού όμως αποδίδεται η τόση φοβικότητα των επαγγελματιών ή των αφελών υπερευαίσθητων;
Η πρώην βασιλική οικογένεια βρισκόταν επικεφαλής στη μια από τις δύο πλευρές του μετεμφυλιακού διχασμού, και ειδικά ο Κωνσταντίνος υπήρξε ανεπαρκεστάτος εθνικός ηγέτης. Προερχόμενοι από την άλλη πλευρά, αριστεροί καπετάνιοι έλαβαν άφεση αμαρτιών κατά τη Μεταπολίτευση (έγιναν μέχρι και βουλευτές), όμως σύμφωνα με την άποψη επιγόνων τους οι πρίγκιπες δεν έχουν το ίδιο δικαίωμα, παρά ό,τι συνέβη σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη με ανάλογο παρελθόν. Κι ούτε κουβέντα φυσικά για το ισχύον καταστατικό του ΚΚΕ, το οποίο περιέχει διατάξεις επιεικώς αμφιλεγόμενες. Την ίδια στιγμή, το κράτος μας παρέχει ανθρωπιστικό άσυλο και υπηκοότητα σε ανθρώπους τελείως άσχετους με τη χώρα, που συχνά βρίσκονται εδώ επειδή απλώς δεν έχουν άλλη λύση. Παρέχει ιθαγένεια στα παιδιά όσων από τους αυτούς γεννηθούν εδώ, επειδή είναι ηθικά ορθό. Εφόσον δηλώνουν πίστη στο πολίτευμα, αντίστοιχα ηθικά ορθή είναι η πολιτογράφηση των Ντε Γκρες επειδή, κακά τα ψέματα, αποτελούν κομμάτι της συλλογικής ιστορίας και ταυτότητάς μας.
Ωστόσο η όλη διαδικασία οδηγεί σε μία απροσδόκητη συγκυρία, καθώς συμπίπτει με την εκλογή νέου/ας ΠτΔ. Δυστυχώς η Κατερίνα Σακελλαροπούλου απογοήτευσε πολλούς από όσους πιστέψαμε σε αυτήν. Μέσα από τις δημόσιες εμφανίσεις και τοποθετήσεις της δεν ήρθε κοντά στο λαό, ενώ από ορισμένες ενέργειές της δόθηκε η εντύπωση πως είχε στενά προσωπική κοινωνικοπολιτική ατζέντα. Χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η εμφάνισή της στη γιορτή για τη νομοθέτηση του γάμου μεταξύ ομοφυλοφίλων. Τοποθετήθηκε μονομερώς πάνω σε ένα ζήτημα που αναμφίβολα δίχασε την κοινωνία, ενώ ο κατεξοχήν ρόλος της είναι γεφυροποιητικός. Ως ανώτατος άρχων, θα μπορούσε να είχε δεχθεί εκπροσώπους της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας επισήμως στο προεδρικό μέγαρο, ώστε να εκφράσει έμπρακτα τη δίκαιη στάση της Πολιτείας, διατηρώντας ακέραιο το θεσμικό ειδικό βάρος της. Ενήργησε δηλαδή περίπου σαν τον προκάτοχό της, που απαξίωνε ένα μεγάλο ποσοστό Ελλήνων όταν μιλούσε με μπλαζέ στόμφο για τον μυθικό Μινώταυρο του φιλελευθερισμού.
Την ώρα λοιπόν που παρασκηνιακά διεξάγεται η συζήτηση για την -πιθανή, όχι βέβαιη- αντικατάσταση της Προέδρου, πάμπολλοι γύρω μας αξιολογούν την ίδια και όλους τους προκατόχους της. Από τον Σαρτζετάκη και μετά, μόνο για τους Στεφανόπουλο και Παπούλια ακούς καλά λόγια • ούτε καν για τον -κατά τ’ άλλα δημοφιλέστατο- Κωνσταντίνο Καραμανλή στη δεύτερη θητεία του. Συνεπώς, με αυτή την αφορμή αρκετοί πολίτες αναρωτιούνται πόσο χειρότερη θα ήταν η βασιλεία, αν φυσικά θα ήταν. Αναρωτιούνται αν θα μπορούσε να είχε ισχύσει ένα νομικό πλαίσιο τέτοιο που θα την καθιστούσε όμοια με εκείνη στην Ισπανία, τη Βρετανία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Δανία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία. Αναρωτιούνται μήπως η βασιλεία αποτελεί έναν θεσμό χρήσιμο στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο, όπου τα μέλη των κατά τόπους ελίτ έχουν πάψει να ταυτίζουν τις επιδιώξεις τους με τη χώρα όπου γεννήθηκαν. Αναρωτιούνται αν ένας βασιλιάς θα στεκόταν πάνω από την ελίτ και υπέρ της διασφάλισης της κοινωνικής συνοχής και των στρατηγικών συμφερόντων της χώρας, ενδιαφερόμενος περισσότερο από τους μεγιστάνες, τους πολιτικούς και τους πανεπιστημιακούς για την μακροημέρευση του τόπου.
Φυσικά η όποια συζήτηση είναι άνευ σημασίας, είναι εντελώς ακαδημαϊκή, και παλινόρθωση της μοναρχίας δεν θα υπάρξει, διότι δεν υπάρχουν στον ορίζοντα οι δυναμικές που ενδεχομένως θα μπορούσαν να την επιβάλλουν. Όσοι επιμένουν να κυνηγούν τη σκιά της πρώην βασιλικής οικογένειας είναι είτε αθεράπευτα εμμονικοί είτε υπερβολικά λαοπλάνοι, και έχουν απλά κουράσει.