Θα έπρεπε...
Ούτε δύο βδομάδες πριν τα Χριστούγεννα, θεωρητικά θα έπρεπε ήδη να έχουμε γλυκάνει. Θα έπρεπε να είχαμε μπει σε εορταστική διάθεση, με τη σκέψη μας σε παρέες, δώρα και γλέντια. Θα έπρεπε να νιώθαμε πιο αλληλέγγυοι στους κάθε λογής αδύναμους. Στο κλείσιμο μίας όχι ιδιαίτερα ευχάριστης χρονιάς, αυτές τις μέρες θα έπρεπε να ήμασταν αισιόδοξοι, αλλά και μετρημένοι.
Κρίνοντας από τα καθ’ ημάς ΜΚΔ, μόνο κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Υστερικές μεγαλοστομίες ολούθε, με πολύ χαρακτηριστικές τις πιο φρέσκες: τα πρόσφατα τρομερά γεγονότα σε Αράχωβα, Ρέντη και Ωραιόκαστρο μας έκαναν άνω κάτω. Αν προσθέσουμε σ’ αυτά την προηγούμενη φημολογία γύρω από την τραγωδία των Τεμπών, τις δασικές πυρκαγιές, τον κορονοϊό, το ρωσοουκρανικό πόλεμο, ακόμη και τα φορολογικά μέτρα, διαπιστώνουμε πως τούτη η προεόρτια ένταση απλώς αποτελεί το τελευταίο κερασάκι στη φετινή τούρτα παραπληροφόρησης. Ο όχλος που έκαιγε μεσαιωνικές μάγισσες στις χολιγουντιανές υπερπαραγωγές συχνά ωχριά μπροστά στην αυστηρότητα των Ελλήνων σοσιαλμιντιακών... δικαστών. Η διάσημη ρήση «Ο αναμάρτητος ημών πρώτος τον λίθον βαλέτω» δε δείχνει να πολυσυγκινεί τους -υποτιθέμενα- ευσεβείς και πανέξυπνους Έλληνες.
Εννοείται ότι το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικά εγχώριο • ειδικά στις ΗΠΑ έχει πάρει εξωφρενικές διαστάσεις. Ωστόσο, η χώρα μας έχει το πληθυσμιακό μέγεθος μίας μικρής αμερικανικής πολιτείας, δεν αποτελεί μία αχανή έκταση με εκατοντάδες εκατομμύρια κατοίκους. Λογικά εδώ τα πράγματα θα έπρεπε να ξεκαθαρίζουν γρήγορα, η δε οποιαδήποτε παραπληροφόρηση να διαψεύδεται άμεσα. Το ότι κάτι τέτοιο σπανίζει, προφανώς κάπου οφείλεται.
Από το ’90, τα media δέχονται τα περισσότερα πυρά για την αδιάκοπη σύγχυση της κοινής γνώμης, ομολογουμένως όχι άδικα. Η έλλειψη ευσυνειδησίας και επαγγελματισμού -κυρίως στα κανάλια- έχει καταστεί παροιμιώδης. Το χαμηλό μέσο πνευματικό και βιοτικό επίπεδο του λαού μας επίσης ευθύνεται σημαντικά. Όπως γνωρίζουμε καλά από το Μεσαίωνα, οι ορδές αμόρφωτων φτωχών καθίστανται πολύ πιο επιρρεπείς στη μαζική βαναυσότητα. Όμως στην πατρίδα μας εντοπίζεται ακόμη ένα αίτιο: η διαχρονική ευθυνοφοβία των κρατικών λειτουργών.
Όπως ίσως έχετε παρατηρήσει, οι πρώτες κρίσιμες πληροφορίες σχετικά μ’ ένα φλέγον ζήτημα κατά κανόνα δεν προέρχονται από επίσημα χείλη. Αντίθετα, ενημερωνόμαστε από διαρροές, συνδικαλιστές, απλούς ανθρώπους ως μάρτυρες, και από… ειδικούς με ελλιπέστατη ίδια γνώση περί τα υπό συζήτηση θέματα. Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι ουσιαστικά παραμένουν άφαντοι, μέχρι να εμφανιστεί ο εκάστοτε υπουργός, για να παρουσιάσει τουλάχιστον μια σοβαρή εκδοχή της πραγματικότητας. Εκείνη τη στιγμή η δημόσια σφαίρα έχει πια κυριαρχηθεί από τερατολογίες, ή έστω αληθοφανείς διαστρεβλώσεις. Από κοινού με την παραδοσιακή δυσπιστία μας απέναντι στην άσκηση εξουσίας και στην απονομή δικαιοσύνης, οι παραπάνω συνθήκες εγγυώνται ακόμη μία επικράτηση του ψεύδους -επιεικώς της υπερβολής- έναντι της αληθείας. Η κάθοδος στον φαύλο κύκλο της κοινωνικής διάλυσης επιταχύνεται περαιτέρω, με τις δημόσιες αρχές να δοξάζονται κρυπτόμενες.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17.12.2023