Δεν θα σκιστεί μόνο του το πράσινο βιβλίο
07/06/2020 21:17
07/06/2020 21:17
Από τη στιγμή που ο άτυχος Τζορτζ Φλόιντ άφησε την τελευταία του πνοή αδυνατώντας να αναπνεύσει κάτω από τη θανατηφόρα πίεση που του ασκούσε αστυνομικός για 8 λεπτά και 46 δευτερόλεπτα υπό τα βλέμματα τριών ακόμη συναδέλφων του, εξίσου ασυγκίνητων από το «please I can’ t breath» του θύματος, οι ΗΠΑ συγκλονίζονται.
Οι ταραχές που ξέσπασαν έκτοτε και στοίχισαν κι άλλες ανθρώπινες ζωές, τα εμπρηστικά τουίτς του προέδρου, οι λεηλασίες από οργανωμένες ομάδες αναλύονται ανάλογα με το τι θέλει κανείς να προτάξει. Το σίγουρο είναι ότι όσα ακολούθησαν τον φόνο του 46χρονου, εκκινούν από το αίσθημα της αδικίας που ξεχειλίζει εξαιτίας της σχεδόν θεσμοθετημένης υπερβολικής χρήσης βίας σε βάρος αφροαμερικανών από ένστολους και πολίτες στη σύγχρονη Αμερική.
Λίγα 24ωρα πριν το θλιβερό περιστατικό είχα παρακολουθήσει την βραβευμένη με δύο Όσκαρ ταινία του 2018 «Green Book» (φωτ.), μια γλυκιά βιογραφική ταινία που αναφέρεται στη φιλία ενός διάσημου μαύρου τζαζίστα και του λευκού σοφέρ του με φόντο τις φυλετικές διακρίσεις της αμερικανικής κοινωνίας τη δεκαετία του ‘60.
Ο αφροαμερικανός Ντον Σίρλεϊ περιόδευε καλεσμένος της υψηλής αμερικανικής κοινωνίας σε πόλεις του νότου και έδινε συναυλίες σε μιούζικ χολ και ρεστοράν όπου του επιτρεπόταν να παίξει αλλά όχι να γευματίσει μαζί με τους οικοδεσπότες και τους εκλεκτούς καλεσμένους τους.
Τον πλήρωναν αδρά για να απολαύσουν το σόου του αλλά δεν ανέχονταν να καθίσει στο ίδιο τραπέζι μαζί τους ή να χρησιμοποιήσει την τουαλέτα τους. Ζώντας από κοντά την αδικία, ο Τόνι Βαλελόνγκα ο σοφέρ του, υπερασπίστηκε πολλές φορές στη διάρκεια της περιοδείας τους το δικαίωμα του εργοδότη του να απολαμβάνει το γεύμα του όπου θέλει και τη ζωή του όπως θέλει. Η ανατροπή στην ταινία είναι ότι ο λευκός σοφέρ που δένεται τελικά με βαθιά φιλία με τον εργοδότη του, στην αρχή του φιλμ συμπεριφέρεται ως κοινός ρατσιστής. Τον βλέπουμε να πετάει στα σκουπίδια τα ποτήρια στα οποία η σύζυγός του σέρβιρε νερό σε δύο αφροαμερικανούς τεχνίτες που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στο σπίτι.
Η ταινία όμως αναφέρεται στην Αμερική της δεκαετίας του ’60, και ακόμη κι όσοι δεν πείστηκαν ότι η υπερδύναμη τέλειωσε με το ρατσισμό τη μέρα που δολοφονήθηκε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, θεώρησαν τουλάχιστον ορόσημο την εκλογή Ομπάμα στον Λευκό Οίκο. Κι ας μην είναι ΗΠΑ μόνο το Μανχάταν. Κι ας δίνει τον τόνο συνήθως η άλλη Αμερική...
Κι όμως φτάσαμε στα μισά του 2020 για να διαπιστώσουμε ότι ο αφροαμερικανός στη Μινεάπολη θεωρείται τόσο παραβατικός που μόνο αν πάψει να αναπνέει θα καταστεί ακίνδυνος.
Καμία δικαιοσύνη, καμία ειρήνη φωνάζουν από εκείνη την ημέρα οι διαδηλωτές σε δεκάδες πολιτείες και σε όσους φαίνεται σκέτο σύνθημα το «no justice, no peace», ανέλαβε να το εξηγήσει ο 18χρονος διαδηλωτής στη Μινεάπολη: «Στενοχωριέμαι να βλέπω την πόλη μου να καίγεται, αλλά στην τελική προέχει να αποδοθεί δικαιοσύνη».
Στην ταινία που λέγαμε ο σοφέρ ήταν αναγκασμένος να τη διεκδικεί συχνά πυκνά τη δικαιοσύνη για τον εργοδότη του ξυλοφορτώνοντας όσους τον υποχρέωναν να πηγαίνει για ύπνο μόνο στα καταλύματα που όριζε το Πράσινο Βιβλίο (Green Βook), ένα είδος ταξιδιωτικού οδηγού για τους μαύρους ταξιδιώτες της εποχής στο νότο.
Κι ο Τόνι Βαλελόνγκα και ο 18χρονος συμπατριώτης του Φλόιντ προκρίνουν τη δικαιοσύνη από την ψευδεπίγραφη ειρήνη. Και το ’60 και σήμερα, και στις ΗΠΑ και σε κάθε μικρή ή μεγάλη κοινωνία, η ειρήνη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη δικαιοσύνη. Δεν μπορεί να αναπνεύσει…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 06-07 Ιουνίου 2020
Από τη στιγμή που ο άτυχος Τζορτζ Φλόιντ άφησε την τελευταία του πνοή αδυνατώντας να αναπνεύσει κάτω από τη θανατηφόρα πίεση που του ασκούσε αστυνομικός για 8 λεπτά και 46 δευτερόλεπτα υπό τα βλέμματα τριών ακόμη συναδέλφων του, εξίσου ασυγκίνητων από το «please I can’ t breath» του θύματος, οι ΗΠΑ συγκλονίζονται.
Οι ταραχές που ξέσπασαν έκτοτε και στοίχισαν κι άλλες ανθρώπινες ζωές, τα εμπρηστικά τουίτς του προέδρου, οι λεηλασίες από οργανωμένες ομάδες αναλύονται ανάλογα με το τι θέλει κανείς να προτάξει. Το σίγουρο είναι ότι όσα ακολούθησαν τον φόνο του 46χρονου, εκκινούν από το αίσθημα της αδικίας που ξεχειλίζει εξαιτίας της σχεδόν θεσμοθετημένης υπερβολικής χρήσης βίας σε βάρος αφροαμερικανών από ένστολους και πολίτες στη σύγχρονη Αμερική.
Λίγα 24ωρα πριν το θλιβερό περιστατικό είχα παρακολουθήσει την βραβευμένη με δύο Όσκαρ ταινία του 2018 «Green Book» (φωτ.), μια γλυκιά βιογραφική ταινία που αναφέρεται στη φιλία ενός διάσημου μαύρου τζαζίστα και του λευκού σοφέρ του με φόντο τις φυλετικές διακρίσεις της αμερικανικής κοινωνίας τη δεκαετία του ‘60.
Ο αφροαμερικανός Ντον Σίρλεϊ περιόδευε καλεσμένος της υψηλής αμερικανικής κοινωνίας σε πόλεις του νότου και έδινε συναυλίες σε μιούζικ χολ και ρεστοράν όπου του επιτρεπόταν να παίξει αλλά όχι να γευματίσει μαζί με τους οικοδεσπότες και τους εκλεκτούς καλεσμένους τους.
Τον πλήρωναν αδρά για να απολαύσουν το σόου του αλλά δεν ανέχονταν να καθίσει στο ίδιο τραπέζι μαζί τους ή να χρησιμοποιήσει την τουαλέτα τους. Ζώντας από κοντά την αδικία, ο Τόνι Βαλελόνγκα ο σοφέρ του, υπερασπίστηκε πολλές φορές στη διάρκεια της περιοδείας τους το δικαίωμα του εργοδότη του να απολαμβάνει το γεύμα του όπου θέλει και τη ζωή του όπως θέλει. Η ανατροπή στην ταινία είναι ότι ο λευκός σοφέρ που δένεται τελικά με βαθιά φιλία με τον εργοδότη του, στην αρχή του φιλμ συμπεριφέρεται ως κοινός ρατσιστής. Τον βλέπουμε να πετάει στα σκουπίδια τα ποτήρια στα οποία η σύζυγός του σέρβιρε νερό σε δύο αφροαμερικανούς τεχνίτες που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στο σπίτι.
Η ταινία όμως αναφέρεται στην Αμερική της δεκαετίας του ’60, και ακόμη κι όσοι δεν πείστηκαν ότι η υπερδύναμη τέλειωσε με το ρατσισμό τη μέρα που δολοφονήθηκε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, θεώρησαν τουλάχιστον ορόσημο την εκλογή Ομπάμα στον Λευκό Οίκο. Κι ας μην είναι ΗΠΑ μόνο το Μανχάταν. Κι ας δίνει τον τόνο συνήθως η άλλη Αμερική...
Κι όμως φτάσαμε στα μισά του 2020 για να διαπιστώσουμε ότι ο αφροαμερικανός στη Μινεάπολη θεωρείται τόσο παραβατικός που μόνο αν πάψει να αναπνέει θα καταστεί ακίνδυνος.
Καμία δικαιοσύνη, καμία ειρήνη φωνάζουν από εκείνη την ημέρα οι διαδηλωτές σε δεκάδες πολιτείες και σε όσους φαίνεται σκέτο σύνθημα το «no justice, no peace», ανέλαβε να το εξηγήσει ο 18χρονος διαδηλωτής στη Μινεάπολη: «Στενοχωριέμαι να βλέπω την πόλη μου να καίγεται, αλλά στην τελική προέχει να αποδοθεί δικαιοσύνη».
Στην ταινία που λέγαμε ο σοφέρ ήταν αναγκασμένος να τη διεκδικεί συχνά πυκνά τη δικαιοσύνη για τον εργοδότη του ξυλοφορτώνοντας όσους τον υποχρέωναν να πηγαίνει για ύπνο μόνο στα καταλύματα που όριζε το Πράσινο Βιβλίο (Green Βook), ένα είδος ταξιδιωτικού οδηγού για τους μαύρους ταξιδιώτες της εποχής στο νότο.
Κι ο Τόνι Βαλελόνγκα και ο 18χρονος συμπατριώτης του Φλόιντ προκρίνουν τη δικαιοσύνη από την ψευδεπίγραφη ειρήνη. Και το ’60 και σήμερα, και στις ΗΠΑ και σε κάθε μικρή ή μεγάλη κοινωνία, η ειρήνη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη δικαιοσύνη. Δεν μπορεί να αναπνεύσει…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 06-07 Ιουνίου 2020
23/12/2024 15:40
23/12/2024 16:55
26/12/2024 22:30
26/12/2024 22:00
26/12/2024 21:13
26/12/2024 21:05
26/12/2024 20:38
26/12/2024 20:25
26/12/2024 20:00
26/12/2024 19:55
ΣΧΟΛΙΑ