Είναι συμβατή με τους κυβερνητικούς στόχους η συμπεριφορά Πολάκη;
Η αντιπαράθεση για το δάνειο Πολάκη φέρνει αυθόρμητα τη σκέψη «δες ποιος μιλάει», όταν η ΝΔ και στελέχη της ομιλούν για προνομιακή μεταχείριση. Όμως αυτό δεν αναιρεί την υποχρέωση ελέγχου της συμβατότητας του δανείου με τη συνήθη πρακτική της Τράπεζας, καθώς σε μια ευνομούμενη πολιτεία δεν είναι αποδεκτός οποιοσδήποτε συμψηφισμός.
Ο κ. Πολάκης δικαιούνταν να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να αναδείξει την πολιτική σκοπιμότητα που θεωρούσε ότι εμπεριείχε αυτή η επίθεση. Δεν δικαιούνταν όμως να τηλεφωνήσει στο διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και να του υποδείξει τι πρέπει να κάνει σε σχέση με άλλα δάνεια, για να μην επισυμβεί «κατάληψη» στο γραφείο του. Ακόμη και εάν θεώρησε ότι δέχεται μια επίθεση δολοφονίας χαρακτήρα, θα έπρεπε η στάση του να ήταν εντός των πλαισίων του θεσμικού του ρόλου.
Είναι προφανές ότι η επίθεση στον Παύλο Πολάκη δεν αφορούσε αποκλειστικά το δάνειό του και δεν είναι αποσυνδεμένο με τις ενέργειές του -στο πλαίσιο της ορθής κυβερνητικής πολιτικής- για την προώθηση της εξυγίανσης του χώρου της υγείας, με την παροχή στοιχείων προς τη δικαστική έρευνα για τις υποθέσεις Novartis και το ΚΕΕΛΠΝΟ.
Αλλά και εδώ ο κ. Πολάκης έχει επιδοθεί σε έναν «προσωπικό» αγώνα με μεθοδολογία που προσφέρει χαρά σε όσους φοβούνται τη δικαστική εξέλιξη των υποθέσεων.
Συμπεριφέρεται ως δημοσιογράφος που κάνει αποκαλύψεις, διατυπώνει κρίσεις εν είδει καταδικαστικών αποφάσεων και αποφαίνεται αναρμοδίως για τους ρυθμούς εξέλιξης του έργου της δικαιοσύνης. Τέλος εμφανίζει τη σύγκρουση ως προσωπική μονομαχία του στιλ «μόνος μου εναντίον όλων σας» με εκφράσεις όπως «σας έχω», ενώ είναι σαφές ότι η προσπάθεια που διεξάγεται είναι πολιτική, συλλογική και υποχρεωτικά εντός του νομικού πλαισίου και των θεσμικών ρόλων. Αυτή η στάση είναι απαράδεκτη επί της ουσίας, αφού παραβλέπει συστατικά στοιχεία του νομικού μας πολιτισμού όπως το τεκμήριο της αθωότητας, η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και η ισότητα ενώπιον του νόμου.
Η κυβέρνηση ανέλαβε το μεγάλο καθήκον της εξυγίανσης του δημόσιου χώρου και της προώθησης στη δικαιοσύνη όλων των υποθέσεων που χρήζουν της προσοχής της. Δεν συνεισφέρουν σε αυτήν την κατεύθυνση όσοι υπουργοί ξεφεύγουν από τα πλαίσια του θεσμικού τους ρόλου, δημιουργούν αρνητική εικόνα στην κοινή γνώμη και τροφοδοτούν την προσπάθεια της αντιπολίτευσης να παρουσιάσει αυτές τις υποθέσεις ως κατασκευές του ΣΥΡΙΖΑ.
Η διαλεύκανση υποθέσεων που μυρίζουν σκάνδαλο προϋποθέτει την προσήλωση του πολιτικού συστήματος στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου και των προβλεπόμενων εκ του νόμου διαδικασιών. Ο αγώνας είναι αβέβαιος και τα αυτογκόλ αχρείαστα.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24 Φεβρουαρίου 2019