Επαγγελματικά Λύκεια: βία και… παραλλαγή
Η επαγγελματική εκπαίδευση και ειδικότερα ο θεσμός των επαγγελματικών λυκείων απασχόλησαν την επικαιρότητα, το τελευταίο διάστημα. Δυστυχώς όχι θετικά. Όχι στο πλαίσιο κάποιας επιτυχίας σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά γιατί αποδεικνύονται πολλάκις εστίες βίας και ποινικής παραβατικότητας. Πριν μερικές ημέρες συνελήφθησαν δέκα νέοι οι οποίοι μπήκαν στη Σχολή «Ευκλείδης» της Θεσσαλονίκης και κατέστρεψαν σχεδόν τα πάντα: έσπασαν θρανία, πόρτες και παράθυρα, καθώς και όλον τον εξοπλισμό του σχολείου. Αντίστοιχο σχολείο στη δυτική πλευρά της πόλης είχε γίνει προ μερικών μηνών πεδίο χουλιγκανικού παροξυσμού με διάφορα φασιστοειδή να γρονθοκοπούν όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Συναφής είναι και η περίπτωση των καταγγελιών αναπληρωτή εκπαιδευτικού που παραιτήθηκε πρόσφατα από τη θέση του σε επαγγελματικό σχολείο μεγάλου και τουριστικού νησιού της χώρας.
Σε όλα αυτά οι επίσημοι φορείς απαντούν σπασμωδικά. Ο δήμος Θεσσαλονίκης ανακοίνωσε ότι θα διεκδικήσει το κόστος αποκατάστασης των ζημιών προφανώς από τους γονείς που έχουν την επιμέλεια των μαθητών. Ορθή κίνηση αρκεί να εφαρμοστεί στην πράξη. Το αρμόδιο υπουργείο ανακοίνωσε ότι εξετάζει τη λήψη πειθαρχικών μέτρων στα σχολεία και πιο αυστηρό πλαίσιο κανόνων. Ορθό και αυτό από τη στιγμή που η ατιμωρησία εκτρέφει την ασυνειδησία. Αρκούν όμως από μόνα τους; Γιατί αυτά τα φαινόμενα εντοπίζονται κυρίως στο χώρο της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης; Ποια η θέση της τελευταίας στη χώρα μας; Και ποια η θέση της χώρας μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της επαγγελματικής εκπαίδευσης; Τι προσφέρει αυτός ο τομέας στη χώρα και στην εθνική οικονομία;
Τα νούμερα είναι αποκαλυπτικά. Κατά το σχολικό έτος 2020-2021 σε σύνολο 312.490 μαθητών της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τα Λύκεια γενικής κατεύθυνσης αριθμούν 202.782 μαθητές και τα Λύκεια επαγγελματικής κατεύθυνσης αριθμούν 108.772 μαθητές. Την ίδια ώρα το ποσοστό εγκατάλειψης του Δημοτικού είναι 1,5%, του Γυμνασίου 4,7%, του Γενικού Λυκείου 1,6% και του Επαγγελματικού Λυκείου 11%.
Αντιστοίχως, στην Ελλάδα στην ηλικιακή ομάδα 30-34 ετών μόλις το 21% διαθέτει τυπικό προσόν επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης δευτεροβάθμιου επιπέδου, ενώ το 42% διαθέτει πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τη Γερμανία είναι 47% και 34%.
Την ίδια στιγμή, μολονότι στα επαγγελματικά λύκεια εμφανίζεται να υπάρχει ικανή προσφορά δεξιοτήτων, στην εθνική αγορά εργασίας -παρά τα υψηλά ποσοστά ανεργίας- παρατηρούνται ελλείψεις σε συγκεκριμένα επαγγέλματα. Περίπου το 47% των ελληνικών επιχειρήσεων αναφέρουν ότι τα ελλείμματα δεξιοτήτων αποτελούν σημαντικό εμπόδιο για τις επενδύσεις.
Όλα τα ανωτέρω καταδεικνύουν ότι χιλιάδες μαθητές επιλέγουν την επαγγελματική εκπαίδευση όχι γιατί το επιθυμούν ή διότι προσβλέπουν στην επαγγελματική τους αποκατάσταση, αλλά στο πλαίσιο μιας δωρεάν «συνήθειας», τη στιγμή που δεν έχουν το γνωστικό επίπεδο να συνεχίσουν στο γενικό λύκειο. Παραδόξως στο πλαίσιο του επαγγελματικού λυκείου βρίσκονται αντιμέτωποι με απαιτητικά μαθήματα γενικής παιδείας που πολλές φορές παραγνωρίζουν το χαμηλό επίπεδο γνώσεων που φέρουν οι συγκεκριμένοι μαθητές ήδη από την υποχρεωτική εκπαίδευση.
Όλα τα ανωτέρω κατατείνουν στην ανάγκη ριζικών αλλαγών ξεκινώντας από την ηλικία των 15 ετών όταν οι μαθητές επιλέγουν μεταξύ επαγγελματικών ή γενικών σπουδών. Δε γίνεται αντιληπτό γιατί πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνεχίζουν τις σπουδές τους όσοι δεν το επιθυμούν. Περαιτέρω, πρέπει να παρέχονται σύγχρονες δεξιότητες και γνώσεις που ανταποκρίνονται σε μια υπό μετασχηματισμό αγορά εργασίας, ενώ απαιτείται επανασχεδιασμός και ανάπτυξη κλαδικών ειδικοτήτων σε συνεργασία με τους επιμέρους κλάδους της οικονομίας.
Η επαγγελματική εκπαίδευση δεν ήταν ποτέ αντικείμενο εκτενούς μελέτης και αλλαγών εκ μέρους της πολιτείας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το χαμηλό κύρος της και τη μικρή ελκυστικότητά της. Ο συγκεκριμένος τομέας χρήζει εκ βάθρων αναδιοργάνωσης πριν να είναι αργά τόσο για τους μαθητές όσο και για την εθνική οικονομία.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30.10.2022