ΑΠΟΨΕΙΣ

Η Καταγγελία της Σύμβασης Εξαρτημένης Εργασίας Αορίστου Χρόνου (Η κατάργηση του «βασίμου λόγου»)

 18/08/2019 21:00


Το δοκίμιο “Vom Kriege” (:Περί Πολέμου), στο οποίο αναλύεται η εξέλιξη της θεωρίας, στρατηγικής, τακτικής και φιλοσοφίας του πολέμου δεν είναι σύγχρονο. Διδάσκεται εντούτοις, ακόμα και σήμερα-188 χρόνια μετά τον θάνατο του συγγραφέα του (Πρώσου στρατιωτικού Carl Philipp Gottlieb von Clausewitz), σε στρατιωτικές ακαδημίες, σε σχολές διοίκησης επιχειρήσεων και σχολές μάρκετινγκ.

Μάλλον θα πρέπει να διδάσκεται, αν δεν διδάσκεται ήδη, και στις κομματικές «ακαδημίες».

«Το βασικό στον αιφνιδιασμό είναι η αστραπιαία ταχύτητα με μυστικότητα» διακήρυττε ο Clausewitz. Σε μια τέτοια κίνηση απόλυτου αιφνιδιασμού παραπέμπει η, ψηφισθείσα εν τέλει, τροπολογία που αφορούσε, μεταξύ άλλων, την κατάργηση του (περιβόητου ήδη) «βασίμου λόγου».

Η προβληματική και τα προβλήματα από τη θέσπιση του «βασίμου λόγου»

Στο φύλλο της 17.5.2019 καταγράφαμε τα (προβληματικά) δεδομένα από τη θέσπιση του «βασίμου λόγου» ως προϋπόθεση εγκυρότητας της καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας. Οι διατυπωθείσες επιφυλάξεις του γράφοντος δεν ήταν οι μοναδικές. Στο βραχύ βίο της σχετικής διάταξης επιβεβαιώθηκαν οι επιφυλάξεις και αποδείχθηκαν δικαιολογημένες οι σε βάρος της αντιδράσεις από μέρους της επιστημονικής και επιχειρηματικής κοινότητας. Φαίνεται όμως πως η θεσμοθέτηση του «βασίμου λόγου» επηρέασε αρνητικά και την αγορά εργασίας: κατά τον παρελθόντα μήνα (Ιούλιο) σημειώθηκε απώλεια 14.691 θέσεων εργασίας.

Η διάταξη αυτή αποδείχθηκε προβληματική γιατί, μεταξύ άλλων, προέκυψε:

(α) Ο στιγματισμός του εργαζόμενου με οποιαδήποτε από τις επιλογές «βασίμου λόγου» στο ΕΡΓΑΝΗ, τις σχετικές με τη «συμπεριφορά» ή τις «ικανότητές» του-σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασής του.

(β) Η επιφυλακτικότητα των εργοδοτών να συνάπτουν συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου.

(γ) Η επιλογή συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου (που στη λήξη τους δεν απαιτείτο οποιοσδήποτε «βάσιμος» λόγος) και

(δ) Η δημιουργία (ηθικά κατακριτέων) προσδοκιών στους, εκ των απολυθέντων, κακόπιστους εργαζόμενους και τους νομικούς παραστάτες τους και, κατ’ ακολουθία, η διόγκωση των σχετικών εξωδίκων και δικαστικών αντιπαραθέσεων.

Σε νομικό επίπεδο πάντως, η κατά τα άνω θέσπιση του «βασίμου λόγου» επικαλείτο κατευθύνσεις του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη. Όμως, η απόφαση 1512/2018 του Αρείου Πάγου είχε ήδη αξιολογήσει πως το προϋφιστάμενο της θέσπισης του «βασίμου λόγου» νομοθετικό καθεστώς, ήταν απολύτως επαρκές σε σχέση με τις υποχρεώσεις που απέρρεαν από τον εν λόγω Κοινωνικό Χάρτη.

Τέλος, η προβληθείσα αντισυνταγματικότητα της σχετικής διάταξης, όσον αφορά την αναδρομική της ισχύ, δεν έχει οποιαδήποτε βάση.

Εν κατακλείδι

Ανεξάρτητα από την πολεμική που δέχθηκε η συγκεκριμένη διάταξη, δεν προσδοκούσαμε πως τα αντανακλαστικά της Πολιτείας θα ήταν τόσο γρήγορα. Η κατάργηση του «βασίμου λόγου» αποτέλεσε για πολλούς, μεταξύ των οποίων και ο γράφων, μια ευχάριστη έκπληξη.

Η επιβολή της ύπαρξης «βασίμου λόγου» όσον αφορά τη νομιμότητα της καταγγελίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου υπήρξε, κατά τα προαναφερθέντα, πολυεπίπεδα προβληματική. Αντίστοιχα και η επιβολή στον καταγγέλλοντα εργοδότη του βάρους απόδειξης της συνδρομής «βασίμου λόγου».

Η απολύτως αιφνιδιαστική (με όρους Clausewitz) εισαγωγή προς ψήφιση της τροπολογίας για την άρση του «βασίμου λόγου» καθόλου δεν μειώνει την παρούσα και μελλοντική αξία της κατάργησής του.

Τα θετικά αποτελέσματα της συγκεκριμένης κατάργησης (και της επιστροφής στο προϋφιστάμενο υγιές νομοθετικό πλαίσιο) μετά βεβαιότητας θα διαφανούν στο αμέσως προσεχές διάστημα.

Και σε επίπεδο απασχολησιμότητας.