Μακάρι η βία να ήταν αθλητική
Η συζήτηση για την απαγόρευση λειτουργίας των συνδέσμων φιλάθλων πηγαίνει και έρχεται στον δημόσιο διάλογο κάθε φορά που προκύπτει ένα βαρύ περιστατικό «αθλητικής βίας». Στην πιο ήπια μορφή αρκείται στην «αδειοδότηση» των συνδέσμων, δηλαδή μία μορφή αναγνώρισής τους από την πολιτεία με την συναίνεση της αντίστοιχης ΠΑΕ, ΚΑΕ ή Σωματείου. Στην πιο αυστηρή αξιώνει την κατάργησή τους.
Στην πραγματικότητα, η συζήτηση δεν έχει νόημα. Ούτε ποτέ είχε. Οι «σύνδεσμοι» σπανίως είναι τυπικά σωματεία του Αστικού Κώδικα που έχουν τηρήσει τις προϋποθέσεις σύστασης (καταστατικό, ελάχιστος αριθμός μελών, έγκριση από το Πρωτοδικείο ή πλέον από το Ειρηνοδικείο) και ακόμη σπανιότερα λειτουργούν με συντεταγμένες διαδικασίες. Οι ελάχιστοι που κάποτε τις τήρησαν, έχουν ξεχάσει πότε ήταν η τελευταία φορά.
«Συλλογικότητες» είναι, όπως αυτές των μπαχαλάκηδων με τους οποίους μια χαρά συνορεύουν, όταν δεν συμπίπτουν. Ο αρχηγός αποφασίζει και τα πρωτοπαλλήκαρά του σαλαγάνε το κοπάδι μέσα στο οποίο υπάρχει κάθε καρυδιάς καρύδι. Παιδιά που δεν έχουν τάσεις παραβατικότητας αλλά συναισθηματικά χρειάζονται κάπου να ενταχθούν και να αναγνωρισθούν.
Τύποι που εκεί μέσα βρίσκουν το ενδιαίτημα για μικροκλοπές, εμπόριο ναρκωτικών, ληστείες. Και πολλά ναυάγια της ζωής που γέρασαν και ακόμη ονειρεύονται «εξεγέρσεις», μολότωφ και μάχες με τα ΜΑΤ. Με δυο λόγια, ακόμη και εάν απαγορευθούν οι σύνδεσμοι φιλάθλων, τίποτε δεν θα τους εμποδίσει να υπάρχουν αφανώς. Απλώς, θα λέγονται λέσχες δημιουργικής γραφής ή όμιλοι προβληματισμού.
Επίσης εκτός χρόνου είναι η συζήτηση για την ευθύνη των παραγόντων. Άλλης δεκαετίας! Οι σύνδεσμοι μόνο κατ’ εξαίρεση ελέγχονται από παράγοντες. Αυτό συνέβη σε προγενέστερη φάση, όταν υπήρχε αντιπολίτευση μέσα στα σωματεία, στις ΠΑΕ ή στις ΚΑΕ, και ανταγωνισμός για την ανάληψη της διοίκησης.
Σήμερα οι ιδιοκτήτες των μεγάλων ομάδων όχι απλώς είναι αναμφισβήτητοι αλλά οι φίλαθλοι τους παρακαλούν να μείνουν γιατί είδαν σε ποιες περιπέτειες έπεσαν οι ομάδες στις οποίες ο «λαός» ανέτρεψε τους ανεπιθύμητους προέδρους με την προσδοκία του επόμενου σωτήρα. Κανένας παράγων μεγάλης ομάδας δεν έχει λόγο να ταΐσει το θηρίο της φανατικής κερκίδας γιατί κανένας δεν πιστεύει ότι μπορεί να το ελέγχει για πάντα. Όσο για την διακοπή των πρωταθλημάτων επί δίμηνο, αυτό κι αν δεν είναι μία τρύπα στο νερό. Μετά τους δύο μήνες θα γίνει τι;
Γενικά, είναι ανεπίκαιρο και μη παραγωγικό να αντιμετωπίζουμε την βία στα γήπεδα ως αθλητική βία. Μακάρι να ήταν! Θα εφαρμόζαμε ό,τι εφάρμοσαν σε πολλά μέρη του πλανήτη και κάπως θα λύναμε το πρόβλημα. Ο αθλητισμός είναι μόνο ένα από τα πεδία άσκησης οργανωμένης βίας. Συμμορίες συγκρούονται στα σχολεία, ανήλικοι ληστεύουν ανήλικους στο δρόμο, η νεανική εγκληματικότητα έχει γίνει ανεξέλεγκτη, σε πολλές περιοχές δεν μπορείς να κυκλοφορήσεις ούτε μέρα μεσημέρι, δεν υπάρχει σπίτι στις μεγάλες πόλεις που να μην έχει υποστεί διάρρηξη, εύχεσαι μόνο να μην σε βρουν μέσα.
Ο αθλητισμός χρησιμοποιείται ως αφορμή. Η δολοφονική επίθεση στου Ρέντη, δεν έγινε για έναν αγώνα βόλεϊ ελάχιστης σημασίας ούτε εναντίον της αντίπαλης ομάδας, κάτι που θα μπορούσε να εκληφθεί έστω ως οπαδικός φανατισμός. Έγινε προσχεδιασμένα εναντίον αστυνομικών. Ακριβώς όπως οι επιθέσεις στα Εξάρχεια που υμνούνται από έναν κόσμο άρρωστο ως ηρωισμός.
Είναι μία συλλογική αποτυχία της ελληνικής κοινωνίας, γι’ αυτό και ορισμός του πολυπαραγοντικού προβλήματος. Αυτά τα παιδιά μεγάλωσαν από γονείς που τους δίδαξαν ότι έχουν μόνο δικαιώματα και όχι υποχρεώσεις. Πέρασαν από σχολείο διαποτισμένο από το δηλητήριο της ήσσονος προσπάθειας, με δασκάλους αδιάφορους ή λιγόψυχους για να τα βάλουν με την αγέλη της τάξης. Άκουσαν «διανοούμενους» να αμπαλάρουν την παρανομία με αλλόκοτα ευχάριστα επιχειρήματα. Κατάλαβαν ότι υπάρχει ένα κράτος πρόθυμο να τους νταντεύει εφ’ όρου ζωής. Εντέλει, ποτέ δεν ήρθαν απέναντι στην ευθύνη των πράξεών τους.
Τι απ’ όλα αυτά διορθώνεται εάν το ΑΕΚ - Άρης γίνει κεκλεισμένων των θυρών;
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17.12.2023