Τίποτε δεν έχουν να μας πουν τα «παιδιά»
Χρόνια το ίδιο βιολί. «Ας ακούσουμε τι έχουν να μας πουν τα παιδιά», προτρέπει η Πρόοδος. «Υπερβολικές αστυνομικές αντιδράσεις» είδε και ο Καμίνης στην Κυψέλη. Εκεί, τα «παιδιά» έστησαν παγίδα στους αστυνομικούς οι οποίοι έτρεξαν για να σώσουν τον μούφα τραυματισμένο και βρέθηκαν να δέχονται πετροβολητό από παντού.
Ο Καμίνης έδωσε πάλι ένα μάθημα «ισαποστασακισμού», δηλαδή του φόβου του Κεντρώου να τον πουν «συντηρητικό». Συμφωνεί ότι «οι απερίσκεπτες μαζικές συναθροίσεις και η καταστροφική μανία που εκδηλώθηκε στην Κυψέλη αποτελούν μια εξέλιξη, άκρως επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία και τη δημόσια τάξη» αλλά δεν του αρέσει η ιδέα να επεμβαίνει η Αστυνομία. Γενικώς και αορίστως προτείνει τέτοια φαινόμενα να αντιμετωπίζονται «αλλιώς». Και αν ο Καμίνης και το ΚΙΝΑΛ προσπαθούν να ισορροπήσουν πάνω στις λέξεις, η Αριστερά δεν έχει τέτοιες έγνοιες. Αγανάκτησε, ως συνήθως. Σταλινικοί ναι, Πολποτικοί βεβαίως, Μαδουρικοί μέχρι το λαιμό αλλά όχι και να επεμβαίνει η Αστυνομία…
Βεβαίως, τίποτε δεν έχουν μας πουν τα παιδιά! Ούτε σήμερα, ούτε το 2008 που έκαψαν την Αθήνα, ούτε όταν οργάνωναν τις αντισυγκεντρώσεις γύρω από το Σύνταγμα, απειλώντας τους διαδηλωτές του «Ναι». Τα «παιδιά» βαριούνται να διαβάσουν, βαριούνται να δουλέψουν, γενικώς βαριούνται που ζουν. Ούτε κανένα ενδιαφέρον έχουν για την αλληλεγγύη και την κοινωνία. Αν είχαν, δεν θα οργάνωναν πάρτι στις πλατείες με κίνδυνο να διασπείρουν τον ιό- εκτός εάν μοιράζονται τις ίδιες απόψεις με τους οπαδούς του Τραμπ, ότι η πανδημία είναι παραμύθι, οπότε τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα. Τα παιδιά των πλούσιων οικογενειών βρίσκουν στο λούνα παρκ της «ανυπακοής» μια διέξοδο στην πλήξη τους.
Οι άλλοι προσπαθούν να υποκαταστήσουν τη μαγκιά του τελευταίου θρανίου που εξατμίσθηκε μόλις ήρθε σε επαφή με την πραγματική ζωή. Για να μην υποστούν την απόρριψη, μπήκαν εσώκλειστοι στον «χώρο». Εκεί, με γυαλιστερές λέξεις, έχουν τον τρόπο να ιδεολογικοποιούν το τίποτα. Μετά, το πράγμα σε παίρνει από κάτω. Και φτάνεις σαραντάρης, έχοντας περάσει τη μισή ζωή σου πουλώντας χαζοτσαμπουκάδες στους αστυνομικούς, γράφοντας καμιά εξυπνάδα στον τοίχο, αποστηθίζοντας προτάσεις από το «Κρατισμός και Αναρχία» και έχοντας πιει μερικές χιλιάδες καφέδες με το χαρτιζλίκι των γονιών γιατί η εργασία είναι «μισθωτή σκλαβιά». Ένα level ψηλότερα από την κοπέλα στη διαμαρτυρία της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ που στο πλακάτ της ζητούσε «λιγότερη δουλειά». Να είσαι είκοσι χρονών και ο καημός σου να είναι «λιγότερη δουλειά»! Αυτό κι αν είναι δηλητηρίαση…
Η γενιά των πατεράδων μας που βγήκε από τον πόλεμο, έζησε φτώχεια και αγωνίστηκε να στήσει την Ελλάδα στα πόδια της, είναι βέβαιο ότι δεν θέλει να ακούσει λέξη από αυτές τις ανοησίες. Θα ήταν πολύ παράδοξο εάν υπήρχε έστω και ένας παππούς που θα καμάρωνε για τέτοιο εγγονό. Η δική μας γενιά, η γενιά της Μεταπολίτευσης, δεν είναι βέβαιο. Τα βρήκε όλα εύκολα, διορισμούς, δουλειές, αμοιβές. Ζητούσε και έπαιρνε. Και επέτρεψε στα παιδιά της να νομίσουν ότι έτσι είναι η ζωή, ότι έχεις μόνο δικαιώματα και καθόλου υποχρεώσεις. Δικαιολόγησε τα πάντα. Είδαμε να συλλαμβάνονται παιδιά με τα Καλάσνικωφ στο χέρι, και οι πατεράδες τους, αντί να πουν ένα «λυπάμαι», να καταγγέλλουν «αστυνομική βία».
Με άλλα λόγια, τους παραπήραμε στα σοβαρά…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Μαΐου 2020